«Το παρόν συντάχθηκε με την σεπτή ευλογία, καθοδήγηση και ευχή του πνευματικού μου πατέρα πατρός Δημητρίου Λουπασάκη προς δόξαν Θεού και αφιερώνεται προς όλους τους προσκυνητές των Αγίων Ισιδώρων Λυκαβηττού και του Τιμίου Σταυρού.»

«To Ιερό Εικονοστάσιο Του Χριστού, Μια πνευματική περιπέτεια…..»

«Οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού, ποίησιν δε χειρών αυτού αναγγέλλει το στερέωμα….».

Θα κλείσουμε τα μάτια μας προσπαθώντας να μεταφερθούμε σ’ένα ταξίδι μεταξύ Ουρανού και Γής. Ανεβαίνοντας τα πρώτα σκαλοπάτια των Αγίων Ισιδώρων, παρατηρούμε να δεσπόζει ένα υπέρλαμπρο συγκρότημα εικονοστασίων. Συγκρότημα κτισμάτων με συνοδεία Αγίων. Ολοι μας σκύβουμε ευλαβικά το κεφάλι και προσκυνούμε έναν χώρο που παρά την απλότητα του, μας εκπέμπει την μεγάλη Χάρη και ζεστασιά του. Στη μέση το πρόσωπο του φιλέσπλαχνου Χριστού συνοδευόμενο από το άγρυπνο μάτι του Πατέρα και Πλάστη, λουσμένο από την δροσιά και την Χάρη του Παναγίου Πνεύματος.

Η Θεότητα σε όλο της το μεγαλείο. Δεξιά και αριστερά η μητέρα Παναγία μας, η Γιάτρισσα του Λυκαβηττού και ο Τίμιος Πρόδρομος. Δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι Αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ, ενώ την Θριαμβέβουσα Εκκλησία εκπροσωπούν οι νεοφανείς Άγιοι Ραφαήλ Νικόλαος και Ειρήνη ο Γέροντας Άγιος Πορφύριος και ο Ισαπόστολος και Εθνομάρτυρας Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός. Αριστερά του εικονοστασίου υψώνεται το κωδωνοστάσιο με μπροστάριδες τους δύο μεγάλους καβαλάρηδες της πίστεως μας τον Άγιο Γεώργιο τον τροπαιοφόρο και τον Άγιο Δημήτριο τον Μυροβλήτη που συνοδεύουν την Παναγία την Μυρτιδιώτισσα.

Περνώντας κανείς ακριβώς από πίσω μεταβαίνει σε έναν χώρο μετανοίας. Ο βράχος ενώνεται με το εικονοστάσι. Ένα μικρό πέτρινο πεζούλι που ίσα ίσα χωράει δύο, αυτόν που ανοίγει τα εσώψυχα της καρδιάς του στο πετραχήλι και αυτόν που το φορά και κλείνει τα μάτια του αποδίδοντας την εξομολόγηση στον ουράνιο Πατέρα και Κριτή των πάντων, στον ουρανό. Μεγάλη οικοδέσποινα του χώρου, το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ειλικρινούς μετάνοιας και δακρύων, η Οσία Μαρία η Αιγυπτία. Θα μπορούσαμε με έναν τολμηρό κάπως συλλογισμό να παρομοιάσουμε τον χώρο αυτό σαν έναν επίγειο παράδεισο, που έχοντας στο κέντρο τον θρόνο του Κυρίου συνοδεύουν τριγύρω εκπρόσωποι όλων των ουρανίων δυνάμεων, Αγγέλων, Αρχαγγέλων, Μαρτύρων, Οσίων και Δικαίων. Και όλα αυτά σε έναν πραγματικά ειδυλλιακό χώρο με την φανταστική θέα της Αθήνας στεφανομένο με πάρα πολλά λουλούδια. Πώς όμως φτάσαμε να απολαμβάνουμε αυτόν τον ουράνιο χώρο; Σε αυτό το σημείο θα κάνουμε ένα σύντομο πνευματικό ταξίδι μερικά χρόνια πίσω, όταν δεν υπήρχε το εικονοστάσι αυτό. Από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε ο πατέρας Δημήτριος εφημέριος στους Αγίους Ισιδώρους, ο χώρος δεν θύμιζε τίποτα από την σημερινή του μορφή. Το σημείο όπου βρίσκεται σήμερα το εικονοστάσι του Χριστού ήταν ένας χώρος πραγματικά μεταξύ όφεων και σκορπίων.

Ένας χώρος γεμάτος μπάζα και ακαθαρσίες. Ένας χώρος όμως που παρόλα αυτά εξέπεμπε μια περίεργη αίσθηση πνευματικότητας και ζεστασιάς. Βρισκόμαστε στο έτος 2012, όπου η φήμη του Τιμίου Σταυρού έχει αρχίσει ήδη να μεγαλώνει και πάρα πολύς κόσμος προσέρχεται στην χάρη του. Μεταξύ αυτών πάρα πολλά άρρωστα παιδάκια με ανίατες ασθένειες από το νοσοκομείο παίδων ανεβαίνουν τα σκαλοπάτια επιζητώντας το θάυμα, με την ελπίδα της ίασης. Λυγίζει κανείς βλέποντας παιδικά πρόσωπα ταλαιπωρημένα, δίχως μαλιά, με τις μάσκες, με φιάλες οξυγόνου, αλλά με χαραγμένη την ελπίδα στο πρόσωπο τους. Ελπίδα προσευχής και ικεσίας προς τον Λυτρωτή. Πάρα πολλά από αυτά τα παιδάκια, ανεβαίνοντας, έκαναν μια στάση σε αυτόν τον χώρο και κοίταζαν με θαυμασμό, κάνοντας τον Σταυρό τους. Έλεγαν στους γονείς τους ότι βλέπουν ένα σύννεφο, μία νεφέλη, να στέκει εκεί στον αέρα σαν ανθρώπινη φιγούρα, ενώ πολλά από αυτά, αλλα και πολλοί γονείς νιώθανε να αναβλύζει μια άρρητη ευωδία και το αποδίδανε στο θυμίαμα. Όταν ανεβαίνανε πάνω για να περάσουν από την Χάρη του Τιμίου Σταυρού, παρατηρούσαν ότι δεν υπήρχε θυμίαμα και εκμυστηρεύονταν την εμπειρία τους στον πατέρα Δημήτριο, ο οποίος για μεγάλο διάστημα γινόταν αυτήκοος δέκτης πολλών και συνεχών τέτοιων εμπειριών. Ακούγοντας όλα αυτά εκείνος, βρέθηκε πολλές φορές προσευχόμενος στον χώρο, νιώθοντας παράξενα συναισθήματα μη μπορώντας όμως να τα προσδιορίσει ακριβώς. Αυτό που ένιωθε ήταν ότι το μέρος εκπέμπει Χάρη, χωρίς να μπορεί να το δικαιολογήσει. Εν τω μεταξύ οι μαρτυρίες των παιδιών συνεχώς πλήθαιναν και προστίθονταν και άλλες ακόμη και μεγάλων ανθρώπων, οι οποίοι μίλαγαν ακόμη και για φώς το οποίο έβλεπαν με τα μάτια τους εκεί. Κάποια στιγμή ερχόμενος ένας γέροντας από τα Ιεροσόλυμα ώστε να προσκυνήσει, περιέγραψε τον χώρο ως ένα μικρό όρος Θαβώρ, χωρίς και εκείνος να μπορέσει να το αιτιολογήσει.

Ο πατέρας Δημήτριος, επιφορτισμένος από την ομολογία των ανθρώπων αλλά και τα δικά του βιώματα, αποφάσισε να καθαρίσει το μέρος και να χτίσει εκεί ένα μικρό εικονοστάσι. Ετσι ανακοίνωσε στον κόσμο προκειμένου να συγκεντρωθούν τα χρήματα για να φτιαχτεί. Μία κυρία, Ιατρός στο επάγγελμα, η οποία είχε ευεργετηθεί από τον Άγιο Ραφαήλ έδωσε τα χρήματα για να φτιαχτεί προς τιμήν του. Ξεκίνησε έτσι η προσπάθεια και αφού πρώτα καθαρίστηκε το μέρος, κτίστηκε το εικονοστάσι. Όταν γύρισε ο πατέρας Δημήτριος από ένα ταξίδι του και αντίκρισε το νεόδμητο εικονοστάσι, στεναχωρέθηκε καθώς είχε ξεφύγει το μέγεθός του και του φάνταζε υπερβολικό. Σκέφτηκε να το χαλάσει. Πλην όμως ο Θεός οικονόμησε και έστειλε ανθρώπους να του μεταφέρουν ουράνια μηνύματα ώστε να τον μεταπείσουν. Παρουσιάστηκε λοιπόν κάποιος Αγιορείτης μοναχός που δεν γνώριζε και του λέει «μην το πειράξεις πατέρα Δημήτριε γιατί μέσα σε αυτό το εικονοστάσι θα γίνονται Θείες Λειτουργίες και θα βοηθιούνται πολλοί άνθρωποι», και έφυγε. Σεβόμενος λοιπόν εκείνος τα λόγια του γέροντα, είπε στους εργάτες να το τελιώσουν.

Δεν αναπαύονταν όμως ώστε να αφιερώσει αυτό το δημιούργημα μόνο στον Άγιο Ραφαήλ, αλλα από όλα αυτά που είχε δεί και ακούσει ο ίδιος από τόσο κόσμο, σκεφτόταν ότι το κεντρικό πρόσωπο δεν μπορεί να είναι άλλο από αυτό του Χριστού. Παράλληλα εκείνο τον καιρό, καθαρίζοντας τον κήπο του ναού βρέθηκε από τον ίδιο στις λάσπες και στα χώματα μία ξύλινη εικόνα του Χριστού με την επιγραφή «υπέρ υγείας όλων των παιδιών του κόσμου». Πράγματι θαύμασε μια θεσπέσια εικόνα την οποία λειτούργησε και έκανε την ευχή: « Χριστέ μου αν με αγαπάς δείξε μου ένα σημάδι ώστε να είναι αυτή η εικόνα σου που θα δεσπόζει στο εικονοστάσι».Το τάμα του αυτό ήρθε να συμπληρώσει ένας τεχνίτης που αφιέρωσε στο εικονοστάσι τα σιδερένια παράθυρα, καθώς ο ίδιος την ημέρα της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, είχε ένα τραγικό ατύχημα στη δουλειά του που παρά λίγο να του στοιχίσει τη ζωή.

Ο ίδιος μίλησε για νεκρανάσταση και περιέγραψε γλαφυρά την φοβερή εμπειρία του. Συνδυάζοντας λοιπόν την φοβερή εμπειρία αυτού του ανθρώπου το τάμα που εκπληρώθηκε αλλα και όσα είχαν ειπωθεί από όλους τους ανθρώπους, καθώς και η παρομοίωση του γέροντα με το όρος Θαβώρ, αποφάσισε να αφιερώσει το κεντρικό σημείο του εικονοστασίου στον Ιησού Χριστό, και μάλιστα στην Μεταμόρφωση. Κάπως έτσι ξεκίνησε η πνευματική περιπέτεια στο εικονοστάσι αυτό, με τον Κύριο να υποδέχεται και να καλωσορίζει τους προσκυνητές σ’αυτό το ευλογημένο προσκύνημα. Δύο χρόνια περίπου μετά, τελέσθηκε για πρώτη φορά στον χώρο αυτό η Θεία Λειτουργία του Αγίου Πνέυματος, μετά την Πεντηκοστή. Η Λειτουργία ήταν πλήρης Χάριτος Χριστού και όσοι παρευρέθηκαν παρατήρησαν ένα πραγματικά φοβερό ουράνιο φαινόμενο. Πάνω ακριβώς από το εικονοστάσι παρουσιάστηκε μία φωτεινή κυκλική δέσμη φωτός με πολλά χρώματα σε μορφή μπάλας, την ώρα ακριβώς όπου οι πιστοί μεταλάμβαναν των Αχράντων Μυστηρίων.

Μάλιστα το φαινόμενο καταγράφηκε σε φωτογραφίες διαφόρων ανθρώπων που έκθαμβοι παρατηρούσαν την Θεία επέμβαση. Από εκείνη τη στιγμή μέχρι και σήμερα, το εικονοστάσι παρουσιάζει πολλά σημεία και θαυμαστά, καθώς και πολλές θεραπείες ανθρώπων. Άλλο ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι όταν κατά την Θεία Λειτουργία του Αγίου Πνεύματος του 2016 παρουσιάστηκε για ακόμα μια φορά ένα ουράνιο φαινόμενο κατά το οποίο ο ήλιος περιεβάλλονταν περιμετρικά από ένα φωτεινό στεφάνι. Το φαινόμενο παρουσιάστηκε ξεκινώντας η Θεία Λειτουργία από το «Ευλογημένη» μέχρι και τη στιγμή που όλοι οι πιστοί μετείχαν του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Ήταν κατά κάποιο τρόπο, σαν η Χάρις του Αγίου Πνεύματος να έριξε το πέπλο της στον ήλιο αποδυναμώνοντας τον όσο κρατά η Θεία Λειτουργία ώστε να αποδειχθεί για ακόμη μία φορά ότι τα πάντα υποτάσσονται στην Θεία βούληση.

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι όλος ο εσωτερικός χώρος του, έχει κατακλεισθεί από πάμπολα τάματα αποδεικνύοντας το μέγεθος της Χάριτος αλλά και της θαυματουργηκότητας που εκπέμπει. Το μεγαλύτερο δε θαυμαστό είναι οι ουράνιες Θείες Λειτουργίες που τελούνται εκεί. Καθώς η Γή ενώνεται με τον ουρανό και ο ουρανός με την Γή. Όπως χαρακτηριστικά μας έχει αναφέρει ο πατέρας Δημήτριος, η οροφή του εικονοστασίου είναι ο ουρανός και ο Θεός ευλογεί και στέλνει την ουράνιο κλίμακα επικοινωνίας με τον παράδεισο, που κάνει όλους να συγκινούνται πολύ, αλλα κυρίως τον ίδιο να αισθάνεται πρωτόγνωρα συναισθήματα, βιωματικής εμπειρίας πάνω στο Άγιο Θυσιαστήριο, περισσότερο από κάθε άλλο μέρος .

Ο χώρος που ευλογήθηκε από τον ίδιο τον Κύριο με την συνεχή του παρουσία, ο χώρος που μας κάνει όλους να τρελενόμαστε πνευματικά. Ο χώρος που τον δώρησε ο ίδιος ο Κύριος σε όλους μας, δείχνοντας μας το μέγεθος της αγάπης και ευσπλαχνίας του. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ένα χαρακτηριστικό πνευματικό περιστατικό που έζησε ένας ρασοφόρος, όταν ο πατέρας Δημήτριος τον ώθησε στο εικονοστάσι, λέγοντάς του: «Μην ρωτάς εμένα αν είναι ευλογημένο να ακολουθήσεις τον δύσκολο δρόμο του μοναχισμού, αλλα πήγαινε στο εικονοστάσι του Χριστού, βάλε το κεφάλι σου μέσα και ρώτησε τον Κύριο, Κύριε μου με δέχεσαι στην αγκαλιά σου;» Ο νέος το έκανε τρείς φορές και άκουσε την ίδια δυνατή φωνή και τις τρείς φορές. «ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΜΕ». Μετά από αυτό ακολούθησε την στενή και τεθλιμένη οδό του μοναχισμού και τιμά το εικονοστάσι του Χριστού ώς τον τόπο της δικής του πνευματικής αναγέννησης και σωτηρίας. Πάρα πολλοί πιστοί καθημερινά περνούν προσκυνούν το εικονοστάσι και κάνουν την προσευχή τους προς τον λυτρωτή Χριστό. Εμείς τα πνευματικά τέκνα του πατρός Δημητρίου, δεν είναι λίγες οι φορές που παρατηρούμε τον πνευματικό μας να βρίσκεται εν ησυχία και ηρεμία όταν κλείνει ο ναός προσευχόμενος για αρκετή ώρα εκεί. Άλλωστε και για όλους εμάς αυτός ο τόπος είναι πολύ ιερός και μάλιστα πάντα μας προδιαθέτει να συνάπτουμε εκεί τις πιο πνευματικές και ωφέλιμες συζητήσεις.

Η Θεία Λειτουργία τελέιτε πάντοτε στο κεντρικό κλίτος του εικονοστασίου ενώ η Αγία Πρόθεση στην κόγχη του κωδωνοστασίου του. Η κεντρική εορτή που τιμάται το εικονοστάσι είναι αυτή της Μεταμορφώσεως του Χριστού στις 6 Αυγούστου όπου και πανυγυρίζει και κατά το έθιμο ευλογούνται και μοιράζονται στους πιστούς. Στη δεύτερη πανύγηρη τιμάται η εορτή του Αγίου Πνέυματος, αμέσως μετά την Πεντηκοστή. Με την τρίτη μας πανύγηρη τιμούμε τη μνήμη της Παναγίας της Γιάτρισσας την 1η Οκτωβρίου. Η τελευταία μας πανύγηρη τιμά το Γενέσιο του Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου στις 24 Ιουνίου.

Ας αναλογιστούμε όλοι αδελφοί μου, το μέγεθος της ευεργεσίας του Κυρίου στη ζωή μας, καθώς μας παρέδωσε ένα ευλογημένο από τον ίδιο μέρος, που μπορούμε να καταθέτουμε το βάρος των αμαρτιών μας, να λαμβάνουμε την ίαση των ψυχικών και σωματικών μας ασθενειών, να εναποθέτουμε τις ελπίδες μας, αναλογιζόμενοι το ύψος της Χάριτος και Δύναμης της οποίας εκπέμπει. Είμαστε υποχρεωμένοι να διαφυλάξουμε αυτή τη βαριά παρακαταθήκη, άσπιλη και αμόλυντη παραδίδοντάς τη, στις επόμενες γενεές. Το μέλλον σίγουρα μας επιφυλάσσει πολλές πνευματικές εκπλήξεις. Είμαστε σε θέση να τις αντιληφθούμε; Ας έχουμε το βλέμμα μας στραμένο πάντοτε στην νοητή κλίμακα που ενώνει την Γή με τον Ουρανό, αποκομμένοι από την μάταιη γήϊνη απόλαυση, έχοντας πάντοτε στο νού μας το βραχύ της ζωής, προσευχόμενοι όπως ο Κύριος της δόξης μας αρπάξει από τον τόπο της βασάνου και μας οδηγήσει εκεί όπου ήχος των εορταζόντων είναι ακατάπαυστος, στην αιώνια ουράνιο βασιλεία, τον γλυκύ παράδεισο. «Η ΧΑΡΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΠΑΤΡΟΣ ΚΑΙ Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΕΙΗ ΜΕΤΑ ΠΑΝΤΩΝ ΗΜΩΝ». ΑΜΗΝ!!!


Επιμέλεια
π. Σπυρίδων Ταλάρης

ΚΕΝΤΡΙΚΟ ΚΛΙΤΟΣ

Αγίου Πνεύματος

Ήχος πλ. δ’.

Εὐλογητὸς εἶ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ πανσόφους τοὺς ἁλιεῖς ἀναδείξας, καταπέμψας αὐτοῖς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, καὶ δι' αὐτῶν τὴν οἰκουμένην σαγηνεύσας, φιλάνθρωπε, δόξα σοι.


Μεταμόρφωση του Σωτήρος Χριστού

Ἦχος βαρύς.

Μετεμορφώθης ἐν τῷ ὄρει Χριστὲ ὁ Θεός, δείξας τοῖς Μαθηταῖς σου τὴν δόξαν σου, καθὼς ἠδυναντο. Λάμψον καὶ ἡμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς, τὸ φῶς σου τὸ ἀΐδιον, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, φωτοδότα δόξα σοι.

ΑΡΙΣΤΕΡΟ ΚΛΙΤΟΣ

ΑΓΙΟΥ ΚΟΣΜΑ ΑΙΤΩΛΟΥ

Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α’. Τὸν ταφον σου Σωτὴρ.

Τὸν μέγαν ἀθλητήν, ὀρθοδόξων τὸ κλέος, Χριστοῦ τὸν μιμητὴν καὶ διδάσκαλον θεῖον, Κοσμᾶν τὸν ἰσαπόστολον, Αἰτωλίας ἀγλάϊσμα, τὸν παιδεύσαντα τὸ δοῦλον Γένος ἐνθέως καὶ συντρέξαντα εἰς τὴν ἀνάστασιν τούτου ἐν ὕμνοις τιμήσωμεν.


ΑΓΙΟΥ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ

Ἀπολυτίκιον

Ἦχος α´. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τῆς Εὐβοίας τὸν γόνον, Οἰκουμένης ἀγλάϊσμα (πρώτη γραφή: πανελλήνων τὸν Γέροντα), τῆς Θεολογίας τὸν μύστην καὶ Χριστοῦ φίλον γνήσιον, Πορφύριον τιμήσωμεν, πιστοί, τὸν πλήρη χαρισμάτων ἐκ παιδός. Δαιμονῶντας γὰρ λυτροῦται, καὶ ἀσθενεῖς ἰᾶται πίστει κράζοντας· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ ἁγιάσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.


ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΓΙΑΤΡΙΣΣΑΣ

Ἀπολυτίκιον Παναγίας Γιάτρισσας τοῦ Λυκαβηττοῦ

Ἦχος α´. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Ως θεόβρυτον κρήνην τῶν ἀΰλων χαρίτων Σου τὴν θαυματουργόν Σου Εἰκόνα εἰς Λυκαβηττὸν ἀσπαζόμενοι, ἐκ ταύτης τῶν θαυμάτων τὰς ῥοὰς ἀντλοῦμεν Θεοτόκε διὰ σοῦ· σὺ γὰρ ἀσθενούντων ἰατρός, πέλεις τῶν ἐκβοώντων Σοι· Δόξα τοῖς σοῖς χαρίσμασιν Ἁγνή· δόξα τῇ παρθενίᾳ Σου· δόξα τῇ πρὸς ἡμᾶς Σοy, προνοίᾳ Ἄχραντε.

ΔΕΞΙΟ ΚΛΙΤΟΣ

Γενεσιο αγιου ιωαννου

Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Προφῆτα καὶ Πρόδρομε, τῆς παρουσίας Χριστοῦ, ἀξίως εὐφημῆσαι σέ, οὐκ εὐποροῦμεν ἠμεῖς, οἱ πόθω τιμῶντες σέ, στείρωσις γὰρ τεκούσης, καὶ πατρὸς ἀφωνία, λέλυται τὴ ἐνδόξω, καὶ σεπτή σου γεννήσει, καὶ σάρκωσις Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, κόσμω κηρύττεται.


Αγιων τριων νεομαρτυρων ραφαηλ νικολαου και ειρηνης

Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ἐν Λέσβῳ, ἀθλήσαντες, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, αὐτὴν ἡγιάσατε, τῇ τῶν Λειψάνων ὑμῶν, εὑρέσει μακάριοι. Ὅθεν ὑμᾶς τιμῶμεν, Ῥαφαὴλ θεοφόρε, ἅμα σὺν Νικολάῳ καὶ παρθένῳ Εἰρήνῃ, ὡς θείους ἡμῶν προστάτας καὶ πρέσβεις πρὸς Κύριον.


Συναξη αρχαγγελων

Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’.

Τῶν οὐρανίωv στρατιῶν Ἀρχιστράτηγοι, δυσωποῦμεv ὑμᾶς ἡμεῖς οἱ ἀνάξιοι, ἵvα ταῖς ὑμῶv δεήσεσι, τειχίσητε ἡμᾶς, σκέπῃ τῶν πτερύγωv, τῆς ἀΰλου ὑμῶν δόξης, φρουροῦvτες ἡμᾶς προσπίπτοντας, ἐκτεvῶς καὶ βοῶντας· Ἐκ τῶν κινδύνων λυτρώσασθε ἡμᾶς, ὡς Ταξιάρχαι τῶν ἄνω Δυνάμεων.

ΒΙΟΙ ΑΓΙΩΝ

Την ημέρα αυτή η Αγία μας εκκλησία εορτάζει το γενέσιο του ενδόξου Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννη. Ο πατέρας του Ζαχαρίας, ήταν ιερέας. Κάποια ημέρα την ώρα του θυμιάματος, είδε μέσα στο θυσιαστήριο άγγελο Κυρίου, ο οποίος του ανήγγειλε ότι θα αποκτούσε γιο τον οποίο θα ονόμαζε Ιωάννη. Ο Ζαχαρίας σκίρτησε από χαρά , αλλά δυσπιστούσε.

Η γυναίκα του ήταν ηλικιωμένη και στείρα και άρα ήταν αδύνατο να κυοφορήσει και αυτές τις αμφιβολίες τις εξέφρασε στον άγγελο ο οποίος του απάντησε ότι το παιδί θα γεννηθεί και εκείνος θα τιμωρηθεί για την απιστία του, παραμένοντας κωφάλαλος μέχρι να πραγματοποιηθεί η βουλή του Θεού. Πράγματι η γυναίκα του η Ελισάβετ συνέλαβε και μετά από εννέα μήνες γέννησε γιο.

Οκτώ ημέρες μετά τη γέννηση κατά την περιτομή του παιδιού οι συγγενείς, θέλησαν να του δώσουν το όνομα του πατέρα του δηλ. Ζαχαρία.

Όμως ο Ζαχαρίας έγραψε επάνω στο πινακίδιο το όνομα Ιωάννης. Αμέσως λύθηκε η γλώσσα του και όλοι οι παριστάμενοι πλημμύρισαν χαρά κι ελπίδα, διότι κατάλαβαν ότι γεννήθηκε ο Πρόδρομος της παρουσίας του αναμενόμενου Μεσσία.

Ο Ιωάννης δε διέθετε μόνο το χάρισμα της προφητείας, αλλά αξιώθηκε και τη μεγαλύτερη χαρά και τιμή. Βάπτισε το Μεσσία Χριστό, τον οποίο και ομολογούσε σ’ όλη του τη ζωή.
Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΚΑΙ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ

Το απολυτίκιον του Αγίου Κοσμά. Ψάλλει ο πατήρ Μάξιμος συνοδεία ισοκρατήματος

Η ΖΩΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΚΑΙ ΙΣΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΟΣΜΑ ΤΟΥ ΑΙΤΩΛΟΥ

Υπάρχουν στη ζωή των εθνών και των λαών μερικά φωτεινά ορόσημα που έντονα σημαδεύουν την ιστορική τους πορεία. Συνήθως τέτοια ορόσημα, είναι σπάνια, αναφαίνονται πού και πού, αλλά η επίδρασή τους είναι τόσο μεγάλη, που ξεπερνάει τα στενά πλαίσια του χρόνου και του χώρου, γίνεται διαχρονική και υπερόρια.

Οι λαοί, που έχουν το προνόμιο να διαθέτουν στην ιστορία τους είτε φυσιογνωμίες, είτε συμβάντα που μπορούν να παίξουν το ρόλο τέτοιων οροσήμων, λογίζονται ευτυχείς και τρισόλβιοι, γιατί μπορούν με αυτά να προσδιορίζουν την πορεία τους μέσα στην ιστορική κονίστρα, να διδάσκονται και να πορεύονται σωστά, μακρυά από παρεκλίσεις και επικίνδυνες λοξοδρομήσεις, που κοστίζουν ακριβά και πληρώνονται αδυσώπητα.

Ένας τέτοιος λαός είμαστε και εμείς οι Έλληνες, που κατοικούμε τούτη την όμορφη και χιλιοτραγουδισμένη γωνιά της γης. Στο στερέωμά μας το εθνικό λάμπουν, κατά καιρούς, αστέρια πολύφωτα και λαμπρά, που άλλο περισσότερο και άλλο λιγώτερο καταυγάζουν τον ορίζοντα του Γενους μας και οριοθετούν την πορεία του.

Χάρις σ’ αυτά ο λαός μας βάδισε μέχρι τώρα μέσα από αγκάθια και τριβόλους, πέρασε συμπληγάδες, αντιμετώπισε παγίδες και χάη, απέφυγε κρημνούς και διασώθηκε αλώβητος. Το φως που τα πνευματικά αυτά ορόσημα διέχυναν στο διάβα του ήταν πολύτιμο, για την υπέρβαση των σκοπέλων και για την αποφυγή των παγίδων.

Οι Έλληνες μπορεί να μην είμαστε λαός πλούσιος σε παραγωγικά αγαθά, ούτε απόλυτα αυτάρκεις στην οικονομία μας.

Είμαστε ωστόσο ιδιαίτερα ευνοημένοι από τη Θεία Πρόνοια στον πνευματικό μας τομέα, γιατί η παράδοσή μας, αυτή η ζωντανή έκφραση της ζωής μας, είναι έντονα διαποτισμένη από την παρουσία υπέροχων μορφών, κυριολεκτικά θείων και εμπνευσμένων, που φανερώθηκαν στον τόπο σε χρόνια δύσκολα, και με το φως που ξεπήδησε από την ψυχή τους, σκόρπισαν στη γη μας τη δύναμη της αγάπης και την κληρονομιά της ορθοφροσύνης.

Έτσι οι μορφές αυτές, στέκονται επί αιώνες τώρα σωστοί οδοδείκτες πάνω στα βάθρα, όπου τις ετοποθέτησε η συνείδηση του Γένους μας και εξακολουθούν να διδάσκουν και να παρακινούν κι’ εμάς σήμερα στο δικό μας αγώνα.

Μια τέτοια μορφή, σχεδόν ανεπανάληπτη και κορυφαία, υπήρξε ο νεοϊερομάρτυς και εθναπόστολος Κοσμάς ο Αιτωλός, που έζησε στα χρόνια της τουρκικής σκλαβιάς, πριν από 220 περίπου χρόνια (1714-1779).

Ταπεινός καλόγερος στην εξωτερική του εμφάνιση ο Πατρο-Κοσμάς, φλογερός όμως στην ψυχή και αδούλωτος στο φρόνημα, ξεπετάχθηκε μέσα από τα σπλάγχνα του λαού μας στην κατάλληλη στιγμή, με γονιμοποιημένη τη σκέψη από το ασκητικό ιδεώδες της Ορθοδοξίας μας.

Τα πρώτα γράμματα εδιδάχθει από τον ιεροδιάκονον Ανανίαν, τον καλούμενον Δερβισάνον. Κατόπιν φοίτησε στην φημισμένη παλαιά Σχολή του Αγίου Όρους, Αθωνιάδα· εμαθήτευσε κοντά σε μεγάλους και ονομαστούς διδασκάλους (Ευγένιον Βούλγαρη, Ν. Τζαρτζούλη) και ολοκλήρωσε τη μόρφωσή του στο ασκητικό του κελλί, στην Ιερά Μονή Φιλοθέου, όπου μπορεί κανείς να λάβει τη βαθύτερη και πιο ολοκληρωμένη, όχι μόνο θεία αλλά και κατά κόσμον παιδεία.

Με αλύγιστη δύναμη ψυχής, με αγάπη στον Χριστό και στην Ελλάδα και με τέσσερις κατά σειράν περιοδείες, έσπειρε αυτός ο φτωχός και καταφρονεμένος Άγιος της Πίστεώς μας, το σπόρο της Λευτεριάς τόσο της πνευματικής, από τα νύχια της αμαρτίας, όσο και της εθνικής, από το πέλμα του τυράννου, μέσα στις καρδιές των ραγιάδων.

Στ’ αλήθεια· δεν υπάρχει στο στερέωμα εκείνης της εποχής άλλο πνευματικό αστέρι με τέτοια λάμψη και τέτοια προσφορά στο λαο μας, από τον Πατρο-Κοσμά.

Ο βιογράφος του Φάνης Μιχαλόπουλος γράφει: "Η φλογερή και καυτερή γλώσσα του Κοσμά, ενώ συγκινούσε και συγκλόνιζε τα πλήθη, απεναντίας στούς πλουσίους και τούς άρχοντες που κατέκρινε, δεν άρεσε".

Αμφισβητήσεις σηκώθηκαν. Άρχισαν ν’ αντιδρούν και να βλέπουν τον ιεροκήρυκα, σαν αντίπαλο κι’ εχθρό τους.

Τι δε εκήρυττε γενικώς ο Κοσμάς;

Μιλώντας την απλή γλώσσα του λαού, που χειριζόταν θαυμάσια, συμβούλευε την αγάπη, την ομόνοια, την αφιλοκέρδεια, την παύση της κερδοσκοπίας των εμπόρων και των πλουσίων και προ πάντων στηλίτευε τούς εξισλαμισμούς. Μοίραζε ελεημοσύνες, ίδρυε εκκλησίες και κυρίως φρόντιζε τον κόσμο πούβλεπε πεσμένο θρησκευτικώς και ηθικώς.

"Τούς αγρίους ημέρευε, τούς ληστάς κατεπράϋνε, τούς ανελεήμονας έδειχνε ελεήμονας, τούς ανευλαβείς ευλαβείς, τούς αμαθείς εμαθήτευε".

Αλλ’ ας αφήσουμε τον άγιο μόνο του, να μας εκθέσει τούς σκοπούς του:

"Η πατρίδα μου η ψεύτικη, η γήϊνη και μάταιη, είναι από του Αγίου Άρτης και από την επαρχίαν Απόκουρο. Ο πατέρας μου, η μητέρα μου, ευσεβείς Ορθόδοξοι χριστιανοί. Είμαι, λοιπόν, κι’ εγώ αδελφοί μου, άνθρωπος αμαρτωλός, χειρότερος απ’ όλους. Είμαι όμως δούλος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, του Εσταυρωμένου, και όχι πως εγώ είμαι άξιος να είμαι δούλος του Χριστού, αλλ’ ο Χριστός που με καταδέχεται δια την ευσπλαχνίαν Του. Τον Χριστό μας, λοιπόν, αδελφοί μου πιστεύω, δοξάζω και προσκυνώ. Τον Χριστόν μας παρακαλώ να με καθαρίση, από κάθε αμαρτίαν ψυχικήν και σωματικήν. Τον Χριστό παρακαλώ να με δυναμώση να νικήσω τούς τρεις εχθρούς: τον κόσμον, την σάρκα και τον πειρασμόν. Τον Χριστόν μου παρακαλώ να με αξιώση να χύσω και εγώ το αίμα μου, δια την αγάπην Του.

Ανίσως, αδελφοί μου, ήτο δυνατόν ν’ ανέβω εις τον ουρανόν, να φωνάξω μίαν φωνήν μεγάλη, να κηρύξω σ’ όλον τον κόσμον πως μόνον ο Χριστός μας είναι Υιός και Λογος του Θεού και Θεός αληθινός και ζωη των πάντων, ήθελα το κάμει. Και επειδή δεν δύναμαι να πράξω εκείνο το μέγα, κάμω τούτο το μικρόν και περιπατώ από τόπον εις τόπον και διδάσκω τούς αδελφούς μου κατά δύναμιν, όχι ως διδάσκαλος, αλλ’ ως αδελφός. Διδάσκαλος μόνον ο Χριστός μας είναι".

Τα θεμέλια από την οικία του Αγίου Κοσμά στο Μέγα Δένδρο Και μόνον η ανάγνωση των γραμμών αυτών, δύναται να δείξη την υψηλή διάθεση του Κοσμά και τη ρωμαλέα διατύπωση των ιδεών του. Ίσως να μη κυριολεκτεί. Ίσως να μη βρίσκει τις κατάλληλες λέξεις.

Οποίος χείμαρρος μέσα στις φράσεις! Οποία ταπείνωση, αλλά κι’ έξαρση μέσα στις ιδέες! Μέχρι τότε, κανένας Ρωμηός δεν είχε μιλήσει μια τέτοια γλώσσα απλή και βαθειά στούς σκλαβωμένους. Κανείς δεν τούς είχε συγκινήσει περισσότερο. Κανείς δεν δίδαξε το Ευαγγέλιο πιο απλά και ζωηρά.

Οι “Διδαχές” του μας δείχνουν, πως δεν υπήρξε μονάχα ένας υπέροχος ερμηνευτής του Ευαγγελίου, μα κι’ ένας από τούς μεγαλύτερους εκκλησιαστικούς μας ρήτορες, ένας εμπνευσμένος και παμφεγγής αστήρ, ένας γλυκύφθογγος και υψιπετής ποιητής.

"Το ύφος του δυνατό, οι ιδέες απλές κι’ υψηλές κι’ η στάση του ταπεινή, σεμνή κι’ υπέροχη. Η εντύπωση που προκαλούσε η γλώσσα του, ήταν καταπληκτική. Κατακτούσε και γοήτευε" (Φάνη Μιχαλόπουλου. Κοσμάς ο Αιτωλός).

Χειρόγραφος επιστολή του Αγίου Κοσμά

Αυτόν τον μεγάλο εθνεγέρτη ο λαός μας, τώρα άρχισε να γνωρίζει. Και οι πνευματικοί του ηγέτες, μόλις τώρα άρχισαν να καταπιάνονται με αυτόν, αναλύοντας τις περίφημες "Διδαχές" του, τις προφητείες του, τα θαύματά του και την πίστη του στην ανάσταση του Γενους μας.

Σπάνια, ανθρώπινη προσωπικότητα συγκέντρωσε στον εαυτό της τόσα χαρίσματα, και τόσες ιδιότητες, όσες ο άγιος Κοσμάς.
Φύση πλούσια, προικισμένη από τον Θεό με οξυδέρκεια και ευφυΐα, ο Διδαχος αυτός του Γένους, προσθέτοντας στα φυσικά του χαρίσματα, τα επίκτητα, που με κόπο και αγώνες κατώρθωσε να αποκτήσει, έδωσε τον εαυτόν του ολόκληρο στην υπηρεσία του Θεού και στη διακονία του ανθρώπου.

Από τις "Διδαχές" του αποδεικνύεται βαθύς γνώστης των ανθρωπίνων προβλημάτων της εποχής του, ψυχολόγος άριστος και δεξιός οδηγός ψυχών. Ξέρει σε ποιούς απευθύνεται, γι’ αυτό και κάθε φορά ο λόγος του παραλλάσει. Όντως ο Πατροκοσμάς αναδεικνύεται κληρικός με γνήσιο εκκλησιαστικό φρόνημα.

Μιλώντας για τον Πατρο-Κοσμά, δεν μπορούμε να μην υπογραμμίσουμε το προφητικό του χάρισμα.

Είπε πολλές προφητείες και με συμβολικό τρόπο εκφράσθηκε για πρόσωπα και καταστάσεις της εποχής του, καθώς και για το μέλλον της φυλής μας.

Είναι άξιες μεγάλης προσοχής οι προφητείες αυτές, γιατί αποδεικνύουν όντως θεοφόρο και θεόπνευστο τον άνδρα αυτόν, πολλές δε απ’ αυτές εκπληρώθηκαν στο ακέραιο, ενώ άλλες ακόμη αναμένουν τον κατάλληλο καιρό για να εκπληρωθούν.

Τέλος, ο Πατροκοσμάς υπήρξε και θαυματουργός.

Συχνά τα λόγια του ακολουθούσαν θαυμαστά γεγονότα, που έκαμναν τούς ακροατές του, να κυριεύονται από θάμβος και έκπληξη, εμπρός στη δύναμη του απλοϊκού εκείνου ανθρώπου, που είχε σύμμαχο τον Θεό. Έχοντας την χάριν του Αγίου Πνεύματος, εθεράπευσε παραλύτους, κωφούς, δαιμονιζομένους και ετέλεσε την ανάβλυσιν υδάτων, σε ξηρά και άνυδρα μέρη. Αναφέρομεν ενδεικτικά:

Εις την νήσον της Κεφαλληνίας, υπήρχε ένας πτωχός ράπτης, ο οποίος είχε παράλυτο, πολλά χρόνια, το δεξί του χέρι. Εζήτησε την βοήθεια του Αγίου κι εκείνος τον εσυμβούλευσε να έλθη εις την διδαχήν του. Υπήκουσεν ο άνθρωπος και ο πολυέλεος Θεός τον ευσπλαχνίστηκε και του δώρησε την υγείαν του, την επομένη κιόλας ημέρα.

Άλλος παράλυτος, ακούοντας το παράδοξο συμβάν, εζήτησε να τον οδηγήσουν με το κρεββάτι του μπροστά στον Πατροκοσμά. Ήκουσε την διδαχήν και ολίγες ημέρες μετά εθεραπεύθη.

Ακόμα και μετά τον θάνατόν του, συνεχίστηκαν τα θαύματα του Αγίου.

Κατά τη διάρκεια της εκταφής του, μία δαιμονισμένη γυναίκα εθεραπεύθη εντελώς αντικρύζοντας το σκήνωμα του Αγίου Κοσμά.

Ο Πατρο-Κοσμάς πολυεδρικός και ταλαντούχος, όσον ελάχιστοι, είναι δύσκολο να περιγραφεί.

Οι πινελιές που εδώσαμε για τον χαρακτήρα του, μια σκιαγραφία του απλή μας προσφέρουν, από την οποία όμως αναφαίνεται έστω και αδρά, η πολυτάλαντη, η ασύγκριτη, η γενναία και η θαυμαστή προσωπικότητά του, αληθινό δώρο του Θεού στο λαό του.

Τι να πρωτοθίξει κανείς από τις "Διδαχές" του.

Εκείνο που θα διαπιστώσει κανείς διαβάζοντας αυτές τις “Διδαχές” είναι ότι, δύο ήσαν οι κεντρικοί άξονες, γύρω από τούς οποίους ο Άγιός μας έπλεξε το υφάδι του λόγου του: "Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Η ΕΛΛΑΔΑ".

Αρχίζοντας από τον Χριστό δηλαδή από την Ορθόδοξο Πίστη μας, προσπαθούσε να καλλιεργήσει στις ψυχές των ακροατών του την θρησκευτικότητα. Στην θρησκευτική ανύψωση του Γένους, έβλεπε την ηθικήν του αναγέννηση.

Ο κόσμος ήταν κατατρομαγμένος από την θηριωδία του Τούρκου, που δεν αναγνώριζε δικαιώματα στούς ραγιάδες. Αγραμματοσύνη βασίλευε παντού.

Ο ιερός κλήρος ήταν κατά το πλείστον αγράμματος και σπάνιο πράγμα ήταν η ύπαρξη ιερέως.

Αποτέλεσμα αυτής της καταπτώσεως, ήταν το θλιβερό φαινόμενο των εξισλαμισμών: Δηλαδή της αποστασίας από την ορθόδοξη πίστη.

Άτομα και ολόκληρα χωριά πολλές φορές προσέρχονται στον Μουσουλμανισμό, για να γλυτώσουν από την αφόρητη καταπίεση της τουρκικής ασυδοσίας.

Αυτό το ανέμενε ο Πατροκοσμάς, γι’ αυτό βλέποντας τούς μαζικούς εξισλαμισμούς, και άλλα πολλά, πήρε την απόφαση να αφήσει το μοναστήρι του στο Άγιο Όρος και να έρθη στον κόσμο, καλώντας τον σε επιστροφή προς τον Χριστό.

Απ’ ότι μας λέγει ο ίδιος, στο Άγιο Όρος κάθησε δέκα επτά (17) χρόνους και έκλαιε για τις αμαρτίες του και τις αμαρτίες των συνανθρώπων του. Επίσης λέει, ότι μελετώντας το άγιον και ιερόν Ευαγγέλιον βρήκε μέσα πολλά και διάφορα νοήματα, τα οποία είναι όλα μαργαριτάρια, διαμάντια, θησαυρός, πλούτος, χαρά, ευφροσύνη, ζωήη ουράνιος.

Είναι χαρακτηριστική η απάντηση που έδωσε όταν τον ρώτησαν, γιατί άφησε το Άγιον Όρος και γυρίζει στον κόσμο: "Επειδή το Γενος μας έπεσεν εις την αμάθειαν, είπα· Ας χάσει ο Χριστός εμένα, ένα πρόβατο, κι’ ας κερδίσει τα άλλα. Ίσως η ευσπλαχνία του Θεού και η ευχή η δική σας, σώση κι’ εμένα".

Για να πης τέτοια λόγια χρειάζεται πλούτος, ωκεανός αγάπης για τον άλλο, ώστε να φτάσεις στο σημείο να παραβλέπεις το δικό σου συμφέρον, χάριν του συμφέροντος του άλλου.

Αρχίζει τις περιοδείες του με μια τιτάνια προσπάθεια να αναχαιτήσει το κύμα των εξισλαμισμών, φέρνοντας τον Χριστό κοντά στούς ανθρώπους. Και το πετυχαίνει. Ανάβει πυρκαϊές και καίει την αδιαφορία γύρω από τα πνευματικά.


Ο δεύτερος βαθμός του κηρύγματός του, είναι εθνικός.

Μετά την ηθική αναγέννηση και ταυτόχρονα μ’ αυτήν καλλιεργεί τον Εθνισμό, τα Γράμματα, την Παιδεία. Είναι ακαταπόνητος και ακατάβλητος. Όπου σταθεί ανοίγει σχολεία. Σε 247 ανέρχονται τα σχολεία που ίδρυσε και μέσα σ’ αυτά εδιδάσκοντο τα ελληνόπουλα ανάγνωση και γραφή. Άλλα 1100 κατώτερα, άρχισαν να λειτουργούν.

Τοσο ήταν το ενδιαφέρον του για τα σχολεία, όπου χαρακτηριστικά έλεγε:
"Καλύτερα αδελφέ μου, να έχεις ελληνικό σχολείο στην χώρα σου, παρά να έχεις βρύσες και ποτάμια, διότι οι βρύσες ποτίζουν το σώμα, τα δε σχολεία ποτίζουν την ψυχή. Και ωσάν μάθεις το παιδί σου γράμματα, τότε λέγεται άνθρωπος· το σχολείο ανοίγει τας Εκκλησίας, όλα τα παιδιά να μανθάνουν ολίγα έστω, αλλά γερά γράμματα, ποτισμένα με το πνεύμα της Χριστιανικής θρησκείας, που περικλείει μέσα της όλα τα αναγεννητικά στοιχεία".

Επίσης, λαχταρούσε να γνωρίσουν οι σκλαβωμένοι αδελφοί του, τούς θησαυρούς της Ορθοδοξίας και να μορφωθούν χριστιανικά. Γι’ αυτό τόνιζε·

"Από το σχολείο μανθάνομεν τι είναι Θεός, τι είναι Αγία Τριάς, τι είναι άγγελοι, δαίμονες, παράδεισος, κόλασις, αρετή, κακία· τι είναι ψυχή, σώμα. Ανοίγουν τα όμματα των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών να μανθάνουν τα Μυστήρια. Διότι χωρίς το σχολείο περιπατούμεν εις το σκότος".

Εκτός από τη μόρφωση των παιδιών, ο Άγιος Κοσμάς φρόντισε και για το βάπτισμα όλων των παιδιών.

Έδινε σ’ αυτό πάρα πολλή σημασία, διότι γνώριζε καλώς ότι το βάπτισμα και μάλιστα το ορθόν βάπτισμα είναι απαραίτητη προϋπόθεση δια την σωτηρία μας. Αφού ὀπως λέγει και ο Άγιος Ιωάννης Σαβαϊτης:
"Άνευ βαπτίσματος ουκ έστι της αγαθής ελπίδος επιτυχείν (=σωθήναι) καν πάντων των ευσεβών ευσεβέστερος τις γέγοναι".

Χάρις στις προσπάθειές του λοιπόν εσκόρπισε στη χώρα μας πάνω από 4.000 κολυμβήθρες, βαπτίζοντας δεκάδες παιδιά και προτρέποντας τούς γονείς να μην αμελούν να βαπτίζουν τα παιδιά τους·"Καλύτερα, αδελφέ μου, να θανατώσεις εκατό ανθρώπους, παρά να αφήσεις ένα παιδί αβάπτιστον να αποθάνη. Γιατί αβάπτιστος και ανεξομολόγητος άνθρωπος είναι αδύνατο να σωθεί".

Βλέποντας δε την αμάθεια και αδιαφορία των κληρικών όχι μόνον δια το βάπτισμα, αλλά και δια τον τύπον του βαπτίσματος που έχει ορίσει η Εκκλησία μας ( βάπτισμα και βύθισμα μέσα εις το νερό με τρεις καταδύσεις και τρεις αναδύσεις) έλεγε επίμονα και αυστηρά εις τούς ιερείς·
"Να βαπτίζετε η αγιωσύνη σας σύμφωνα με την γνώμη και τον σκοπόν της Αγίας ημών Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας. Να τα βουτάτε (τα παιδιά) μέσα εις την κολυμβήθραν· να έχετε μέσα πολύ νερό και να κάμνετε τρεις αναδύσεις και τρεις καταδύσεις λέγοντας τα ονόματα της Αγίας Τριάδος".

Για την γυναίκα Ελληνίδα που τόσο τον απασχόλησε επειδή τότε ήταν στην απόλυτη εξουσία του κυρίαρχου άνδρα της, και προορισμός της ήταν να δουλεύει σαν σκλάβα του, η δε θέσις της ήταν πραγματικά οικτρά η εθεωρείτο κατώτερο πλάσμα, αφήνει ο Άγιος Κοσμάς να πέφτουν από το στόμα του πραγματικά μαργαριτάρια από τον αστείρευτο θησαυρό του Ευαγγελίου:

"Πρέπει, ω άνδρα, να μη μεταχειρίζεσαι την γυναίκα σου σαν σκλάβα, γιατί πλάσμα του Θεού είναι κι’ εκείνη. Έχετε μίαν πίστη, ένα βάπτισμα και γι’ αυτήν σταυρώθηκε ο Χριστός, όπως και για σένα. Δεν την έχει ο Θεός κατώτερή σου. Δεν την έπλασε ούτε από την κεφαλή σου δια να είναι ανώτερή σου, ούτε από τα πόδια σου δια να είναι κατώτερή σου, αλλά απ’ την πλευράν σου. Και μάλιστα από την αριστερή πλευρά, που είναι η καρδιά σου, για να σε διδάξει ότι πρέπει να την αγαπάς και όχι να την περιφρονείς".

Στις “Διδαχές” του αποκαλύπτεται ο πατριωτισμός του, η φλογερή αγάπη του για την Ελευθερία, ο ασίγαστος πόθος του για την εθνική αποκατάσταση.

Γι’ αυτόν δύο πράγματα ήταν τα πιο πολύτιμα και χρήσιμα, που χωρίς αυτά ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει. Και τα δύο αυτά ήταν η ΨΥΧΗ και ο ΧΡΙΣΤΟΣ.

Ας τον ακούσουμε να διδάσκει:

"Τούτο σας λέγω και σας παραγγέλω, καν ο ουρανός να κατέβει κάτω, καν η γη να ανέβει επάνω, και όλος ο κόσμος να χαλάση, σήμερον αύριον, να μη σας μέλλει τι έχει να κάμη ο Θεός. Το κορμί σας, ας το καύσουν, ας το τηγανίσουν, τα πράγματά σας, ας τα πάρουν, μη σας μέλλη. Δώσατέ τα δεν είναι ιδικά σας. Ψυχή και Χριστός σας χρειάζονται. Αυτά τα δύο όλος ο κόσμος να πέσει δεν ημπορεί να σας τα πάρη εκτός και τα δώσετε με το θέλημά σας. Αυτά τα δύο να τα φυλάττετε να μην τα χάσετε".

Για να καταλάβουμε ότι ο Άγιος Κοσμάς ήτο αληθινός προφήτης αναφέρουμε από τις 122 και πλέον προφητείες του ενδεικτικά ορισμένες:

Στα Τσαραπλανά της Ηπείρου είχε πη: "Τα βάσανα είναι ακόμη πολλά. Θυμηθείτε τα λόγια μου· προσεύχεσθε, ενεργείτε και υπομένετε στερεά. Έως όταν να κλείσει αυτή η πληγή του πλατάνου, το χωριό σας θα ’ναι σκλαβωμένο και δυστυχισμένο".

Να και μια άλλη προφητεία χωρίς σχόλια:
"Θα έρθη καιρός που οι Ρωμιοί θα τρώγονται αναμεταξύ τους. Εγώ συστήνω ομόνοιαν και αγάπην".

Και δύο άλλες πολύ επίκαιρες:
"Θάρθη καιρός που δεν θα υπάρχει αυτή η αρμονία που είναι σήμερα μεταξύ λαού και κλήρου", και "Το κακό θάρθη από τούς διαβασμένους".

Για τον Αλή Πασά είχε πη:
"Θα γίνεις μεγάλος άνθρωπος, θα κυριεύσεις όλη την Αρβανιτιά, θα υποτάξεις την Πρέβεζα, την Πράγα, το Σούλι, το Δελβίνο, το Γαρδίκι και αυτό το τάχτι του Κούρτ Πασά. Θα αφήσεις μεγάλο όνομα στην οικουμένη. Και στην Πολη θα πας... με κόκκινα γένεια".

Πράγματι όλα όσα προφήτευσε έγιναν. Στο τέλος στην Πόλη στάλθηκε ματωμένο το κομμένο κεφάλι του.

Είχε προφητεύσει τα αυτοκίνητα:
"Θα βγουν πράγματα από τα σχολεία που ο νους σας δε φαντάζεται. Θα δήτε στον κάμπο αμάξι χωρίς άλογα να τρέχει γρηγορότερα, από τον λαγό".

Είχε προφητεύσει τα τηλέφωνα:
"Θάρθη καιρός που οι άνθρωποι θα ομιλούν από ένα μακρινό μέρος σε άλλο σαν νάναι σε πλαγινά δωμάτια π.χ. από την Πολη στη Ρωσία".

Είχε προφητεύσει τα αεροπλάνα:
"Θα δήτε να πετάνε άνθρωποι στον ουρανό σαν μαυροπούλια και να ρίχνουν φωτιά στον κόσμο. Όσοι θα ζουν τότε θα τρέξουν στα μνήματα και θα φωνάζουν. Εβγάτε σεις οι πεθαμένοι να μπούμε εμείς οι ζωντανοί".

Για τον αρχιαιρεσιάρχη και αντίχριστο δε πάπα τον σφαγέα του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας που είχε το θράσος πρόσφατα να έλθει εις την Ελλάδα, μας λέγει:
"Ο αντίχριστος ο ένας είναι ο πάπας και ο έτερος είναι αυτός που είναι στο κεφάλι μας. Χωρίς να είπω το όνομά του, το καταλαβαίνετε"· Και συνεχίζει: "Τον Πάπα να καταράσθε, διότι αυτός θα είναι η αιτία".

Ποια αιτία; η αιτία των κακών, πολλών κακών εις τον κόσμον.

Θα χρειαζόταν τόμος ολόκληρος και τόννοι χάρτου και μελάνης για να αναπτύξει κανείς το τιτάνειο έργο του Αγίου Κοσμά και την θρυλική προσωπικότητά του. Δίκαια χαρακτηρίστηκε “ο μεγαλύτερος μετά την άλωση Ελληνας και Πατέρας του νεοελληνικού έθνους”.

Εμείς θα τον χαρακτηρίσουμε πρότυπο του νεοελληνικού ήθους, πατέρα της εθνικής μας ενότητας και ενσαρκωτή του αυθεντικού ελληνοχριστιανικού ιδεώδους: "Είναι ο ηρωϊκώτερος των Αγίων και ο αγιώτερος των Ηρώων".

αγ.κοσμας Προτομή του Αγίου Κοσμά στο Μέγα Δένδρο Αιτωλοακαρνανίας

Και κλείνω με λίγα λόγια για το μαρτύριό του.

Όποιος γνωρίζει εκκλησιαστική ιστορία, ηξεύρη καλώς ότι πίσω σχεδόν από πολλά μεγάλα γεγονότα βρίσκονται οι Εβραίοι.

Το παμπόνηρον λοιπόν και μιαρόν αυτό γένος των Θεοκτόνων και αντιχρίστων Εβραίων, εσυκοφάντησε τον Πατρο-Κοσμά εις τον Κούρτ-Πασά κι εζήτησε τον θάνατόν του. Με δόλο πλησίασαν τον Άγιο οι απεσταλμένοι, από το Χότζα, δήμιοι και του έκαναν γνωστή τη διαταγή όπου είχαν.

Ο Πατροκοσμάς εδέχθη μετά χαράς την θανατικήν απόφασιν, γονυκλινής προσευχήθη εις το Θεόν, ηυλόγησε σταυροειδώς τα τέσσερα μέρη του κόσμου και οδηγήθη εις την αγχόνην.

Αφού εξέπνευσε και η αγία του ψυχή επέταξε στα ουράνια, κοντά στον θρόνο του Θεού, οι δήμιοί του εγύμνωσαν το ιερό λείψανο και το έριξαν στον ποταμό με μια μεγάλη πέτρα στον λαιμό. Παρήλθαν τρεις ημέρες, όταν το άγιο λείψανο ευρέθη από έναν ιερέα Μάρκον ονόματι,να πλέη στο νερό όρθιο ωσάν να ήτο ζωντανό.Ο παπά Μάρκος το έφερε στην εκκλησία και στη συνέχεια αφού του απέδωσαν τις πρέπουσες τιμές το έθαψαν κοντά στην εκκλησία στο Καλλικόντασι.

Η Κοίμησις του Αγίου Κοσμά

Ας έχουμε την ευλογία του όλοι μας κι ας είναι αιωνία η Μνήμη του.
Ο Υμνωδός εάν ήθελε να υμνήσει τον Πατροκοσμά με ένα δίστιχο θα τον υμνούσε με τα λόγια που υμνήθη και ο Μέγας Αθανάσιος.

"Κοσμάν και θανόντα ζην λέγω· Οι γαρ δίκαιοι ζώσι και τεθνηκότες· και Κοσμάν επαινών αρετήν επαινέσομαι".

Ας ευχηθούμε όλοι μας στούς χαλεπούς και αποκαλυπτικούς καιρούς, που ζώμεν, να αναδείξει ο Θεός γνησίους ιεραποστόλους με την θερμουργόν πίστιν του Αγίου Κοσμά. Ας ευχηθώμεν ότι αυτοί θα φωτίσουν τον πλανηθέντα λαόν που ζη μέσα στην σήψιν της αμαρτίας και κυλιέται στον βούρκον της αισθησιακής απολαύσεως και ηδονής, μέσα στον κόσμο της αδικίας, της πορνείας, της απάτης, της κλοπής και του ψεύδους.

Ας ευχηθώμεν τέλος, μέσω αυτών να ανανήψωμεν, αφήνοντας τον παλαιόν κόσμον της αμαρτίας και να έλθωμεν στον καινούριο κόσμο της πίστεως, της ελπίδος, της αγάπης, της δικαιοσύνης και να φωτισθώμεν ώστε να έλθωμεν εις επίγνωσιν αληθείας και να γίνωμεν κοινωνοί και κληρονόμοι της βασιλείας των ουρανών.

ΑΜΗΝ-ΓΕΝΟΙΤΟ.

Μοναχός Μάξιμος Βαρβαρής Καθηγούμενος Ιεράς Μονής Αγίου Κοσμά Κορινθίας
Ο όσιος Γέρων Πορφύριος, κατά κόσμον Ευάγγελος Μπαϊρακτάρης, γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1906 μ.Χ., στην Εύβοια, στο χωριό Άγιος Ιωάννης της επαρχίας Καρυστίας. Οι γονείς του, Λεωνίδας Μπαϊρακτάρης και Ελένη, το γένος Αντωνίου Λάμπρου, ήταν ευσεβείς και φιλόθεοι άνθρωποι. Ο πατέρας του, μάλιστα, ήταν ψάλτης στο χωριό και είχε γνωρίσει προσωπικά τον Άγιο Νεκτάριο. Η οικογένειά του ήταν πολυμελής και οι γονείς, φτωχοί γεωργοί, δυσκολεύονταν να τη συντηρήσουν. Γι’ αυτό ο πατέρας υποχρεώθηκε να φύγει στην Αμερική, όπου δούλεψε στην κατασκευή της διώρυγας του Παναμά.

Ο μικρός Ευάγγελος ήταν το τέταρτο παιδί της οικογένειας. Φύλαγε πρόβατα στο βουνό και είχε παρακολουθήσει μόνο την πρώτη τάξη του δημοτικού, όταν αναγκάστηκε και αυτός λόγω της μεγάλης φτώχειας να πάει στη Χαλκίδα για να δουλέψει. Ήταν μόλις επτά χρονών. Εργάστηκε δύο τρία χρόνια σ ἕνα κατάστημα. Μετά πήγε στον Πειραιά, όπου δούλεψε δύο χρόνια στο παντοπωλείο ενός συγγενούς.

Στα δώδεκά του χρόνια έφυγε κρυφά για το Άγιον Όρος, με τον πόθο να μιμηθεί τον Άγιο Ιωάννη τον Καλυβίτη, τον οποίο είχε ιδιαίτερα αγαπήσει, όταν παλαιότερα είχε διαβάσει το βίο του. Η χάρις του Θεού τον οδήγησε στην καλύβη του Αγίου Γεωργίου Καυσοκαλυβίων και στην υποταγή δύο Γερόντων, του Παντελεήμονος, ο οποίος ήταν και πνευματικός, και του Ιωαννικίου, αδελφών κατά σάρκα. Αφοσιώθηκε στους δύο Γέροντες, που κατά κοινή ομολογία ήταν ιδιαίτερα αυστηροί, με μεγάλη αγάπη και με πνεύμα απόλυτης υπακοής.

Έγινε μοναχός σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών και πήρε το όνομα Νικήτας. Μετά από δύο χρόνια έγινε μεγαλόσχημος. Λίγο αργότερα ο Θεός του δώρισε το διορατικό χάρισμα.

Στα δεκαεννέα του χρόνια ο Γέροντας αρρώστησε πολύ σοβαρά, γεγονός που τον ανάγκασε να εγκαταλείψει οριστικά το Άγιον Όρος. Επέστρεψε τότε στην Εύβοια, όπου εγκαταβίωσε στη Μονή του Αγίου Χαραλάμπους Λευκών. Ένα χρόνο αργότερα, το έτος 1926 μ.Χ., σε ηλικία είκοσι ετών, χειροτονήθηκε ιερέας στον Άγιο Χαράλαμπο Κύμης από τον Πορφύριο Γ’ , Αρχιεπίσκοπο Σινά, ο οποίος του έδωσε το όνομα Πορφύριος. Στα είκοσι δύο του έγινε πνευματικός-εξομολόγος και λίγο αργότερα αρχιμανδρίτης. Για ένα διάστημα εργάστηκε ως εφημέριος στους Τσακαίους, χωριό της Εύβοιας.

Στην Εύβοια, στην Ιερά Μονή Αγίου Χαραλάμπους, έζησε δώδεκα χρόνια, διακονώντας τους ανθρώπους ως πνευματικός και εξολόγος, και τρία χρόνια στην Άνω Βάθεια, στην εγκαταλελειμμένη Μονή του Αγίου Νικολάου.

Το 1940 μ.Χ., παραμονές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Γέροντας Πορφύριος εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, όπου ανέλαβε καθήκοντα εφημερίου και πνευματικού στην Πολυκλινική Αθηνών. Όπως ο ίδιος έλεγε, έζησε εκεί τριάντα τρία χρόνια σαν μία μέρα, ασκώντας ακαταπόνητα το πνευματικό έργο και ανακουφίζοντας τον πόνο και την ασθένεια των ανθρώπων.

Από το 1955 μ.Χ. είχε εγκατασταθεί στα Καλλίσια, όπου είχε μισθώσει από την Ιερά Μονή Πεντέλης το εκεί ευρισκόμενο μονύδριο του Αγίου Νικολάου με την αγροτική περιοχή που το περιέβαλλε, την οποία καλλιεργούσε με μεγάλη επιμέλεια. Εδώ, παράλληλα εξασκούσε το πλούσιο πνευματικό του έργο.

Το καλοκαίρι του 1979 μ.Χ., εγκαταστάθηκε στο Μήλεσι με το όνειρο να χτίσει μοναστήρι. Εκεί ζούσε στην αρχή σε ένα τροχόσπιτο κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες και μετά σε ένα απέριττο κελλάκι από τσιμεντόλιθους, όπου και υπέμενε αγόγγυστα τις πολλές δοκιμασίες της υγείας του. Το 1984 μ.Χ. μεταφέρθηκε σε κτίσμα του υπό ανέγερση μοναστηριού, για την ολοκλήρωση του οποίου ο Γέροντας, παρόλο που ήταν πολύ άρρωστος και τυφλός, εργαζόταν ακατάπαυστα και ακαταπόνητα. Με τη θεμελίωση του Καθολικού της Μονής Μεταμορφώσεως, στις 26 Φεβρουαρίου 1990 μ.Χ., αξιώθηκε να δει το όνειρό του να γίνεται πραγματικότητα.

Τα τελευταία χρόνια της επίγειας ζωής του άρχισε να προετοιμάζεται για την κοίμησή του. Επιθυμούσε να αποσυρθεί στο Άγιον Όρος, στα αγαπημένα του Καυσοκαλύβια, όπου μυστικά και αθόρυβα, όπως έζησε, θα έδιδε την ψυχή του στο Νυμφίο της. Πολλές φορές τον άκουσαν να λέει: «Επιδιώκω και τώρα που εγήρασα να πάω και να πεθάνω εκεί πάνω».

Πράγματι, τον Ιούνιο του 1991 μ.Χ., προαισθανόμενος το τέλος του, και μη θέλοντας να κηδευθεί με τιμές, αναχώρησε για το καλύβι του Αγίου Γεωργίου στα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους, όπου είχε καρεί μοναχός πριν από περίπου 70 χρόνια και στις 4:31΄ το πρωί της 2ας Δεκεμβρίου 1991 μ.Χ. παρέδωσε το πνεύμα στον Κύριο, που τόσο αγάπησε στη ζωή του.

Τα τελευταία λόγια που ακούστηκαν από το στόμα του ήταν από την αρχιερατική προσευχή του Κυρίου, αυτά που τόσο αγαπούσε και πολύ συχνά επαναλάμβανε: «ἵνα ὦσιν ἓν».

Στην αγιοκατάταξη του Γέροντος Πορφυρίου προχώρησε η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, κατά την συνεδρίαση της 27ης Νοεμβρίου 2013 μ.Χ., υπό τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο.

Τα κύρια χαρακτηριστικά του Τα κύρια χαρακτηριστικά του Γέροντος Πορφυρίου σε όλη τη ζωή του ήταν η άκρα ταπείνωσή του, η τέλεια αγάπη του στον Χριστό και τον συνάνθρωπο, η αίσθηση του ότι ανήκει στην Εκκλησία, με μία απόλυτη υπακοή σ΄ αυτήν εν Χριστώ και με μία απόλυτη ενότητα με όλους και η βίωση της αθανασίας και της ελευθερίας από τον φόβο και την κόλαση από αυτή εδώ τη ζωή. Σ΄ αυτά πρέπει να προστεθούν η αγόγγυστη υπομονή του στους αφόρητους πόνους, η σοφή διάκρισή του, η ασύλληπτη διόρασή του, η απέραντη φιλομάθειά του, η εκπληκτική ευρύτητα των γνώσεων του που ήταν καρπός της Χάρης και δώρο Θεού και όχι αποτέλεσμα σπουδής, η ανεξάντλητη φιλοπονία και εργατικότητα του, η αδιάλειπτη ταπεινή και για τον λόγο αυτόν αποτελεσματική προσευχή του, το ακραιφνώς ορθόδοξο, αλλά όχι φανατικό φρόνημά του, οι επιτυχείς συμβουλές του, η πολυμέρεια των διδαχών του, η βαθύτατη ευλάβειά του, το ιεροπρεπέστατο των ακολουθιών που τελούσε, και η μεγάλη φροντίδα του να κρατηθεί μυστική η εκτεταμένη προσφορά του.

Τα ουσιώδη

Προσπαθώντας να εμβαθύνουμε στα ουσιώδη στοιχεία που συγκροτούσαν την προσωπικότητα του Γέροντος Πορφυρίου καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι αυτά ήταν: πρώτον, η ένταξή του στην Εκκλησία κατά έναν ουσιαστικό και όχι τυπικό τρόπο, δεύτερον, η απέραντη αγάπη του στον Χριστό και δι΄ Αυτού στον συνάνθρωπο, που συνοδευόταν από αγία ταπείνωση, τρίτον, η βίωση της εν Χριστώ μυστικής χαράς και τέταρτον η βίωση της εν Χριστώ αθανασίας.

α) Η ένταξη στην Εκκλησία
Ο Γέρων Πορφύριος έλεγε μαζί με όλους τους Αγίους ότι ο Χριστός πρέπει να είναι μέσα στην Εκκλησία. Αυτό σημαίνει ενωμένος με τον Χριστό και με όλους τους ανθρώπους του Χριστού και προπαντός με τον αρχιερέα Του, που επέχει τόπο και τύπο Χριστού. Αλλά αυτό, το να είναι κανείς μέσα στην Εκκλησία δεν είναι κάτι τυπικό. Αυτό άλλωστε πρέπει να σημαίνει η διαθήκη του, στην όποια μας εύχεται να μπούμε στην επίγεια άκτιστη Εκκλησία του Θεού, παρ΄ όλον που επιφανειακά σκεπτόμενοι θα του απαντούσαμε ότι είμαστε ήδη στην Εκκλησία, αφού είμαστε βαπτισμένοι.

Πράγματι είμεθα μέσα στην Εκκλησία, αλλά τόσο μόνο όσο είναι μέσα στην Ελλάδα ο ξένος ταξιδιώτης που πέρασε τα σύνορα της κατά ένα-δύο βήματα. Αυτός, αν και είναι στην Ελλάδα τυπικά και ουσιαστικά και μπορεί να ταξιδέψει παντού σ΄ αυτήν και να τη γνωρίσει όλη, όμως είναι σαν να μην είναι, αφού μόνο δυο βήματα πέρασε στο έδαφός της και τίποτε δεν ξέρει ακόμη από Ελλάδα. Έτσι και ο Χριστιανός που μια φορά πέρασε την πόρτα της Εκκλησίας και μπήκε μέσα σ΄ αυτήν, είναι ουσιαστικά σαν να μην μπήκε, άμα δεν προχωράει διαρκώς βαθύτατα σ΄ αυτήν μέχρι να φθάσει στον θρόνο του Θεού.

Ο Γέροντας είχε δει στην πράξη ότι η Χάρη του Θεού ενεργεί μέσα στην Εκκλησία, ότι οι πιστοί πρέπει να είναι μεταξύ τους ενωμένοι σαν ένα σώμα, το σώμα του Χριστού, ότι κανείς δεν μπορεί να σωθεί όταν ζητά μόνο την ατομική του σωτηρία, ότι η ενότητα ως αίτημα, πόθος και βίωμα του πιστού είναι βασικό στοιχείο της Εκκλησίας και προϋπόθεση της σωτηρίας και ότι η αγάπη, που ωθεί την ψυχή στην ενότητα, είναι απαραίτητη, για να μπει κανείς στην κοινότητα που συνιστά την επίγεια άκτιστη Εκκλησία και να σωθεί εκεί.

β) Η αγάπη
Η κινητήρια δύναμη για τη δημιουργία συμμέτοχων στην ύπαρξη και στη χαρά, για τη μετάδοση της ζωής, είναι η αγάπη. Αυτός που σκέπτεται ότι ο νέος άνθρωπος θα του στερήσει κάτι από την άνεσή του και τη χαρά του δεν σκέπτεται όπως ο Θεός, ο οποίος δημιούργησε το ανθρώπινο Γένος, παρ΄ όλον ότι αυτό Τον παρεπίκρανε (ανθρωποπαθώς μιλώντας). Η μόνη διάθεση, λοιπόν, που αρμόζει σε ανθρώπους πλασμένους εικόνα και καθ΄ ομοίωσιν Θεού, είναι η αγάπη, δηλαδή το άνοιγμα της καρδιάς στο άλλο πρόσωπο, στο Σύ του Θεού και στο σύ του συνανθρώπου.

Υπάρχουν πολλοί τρόποι με τους όποιους προσπαθεί η Εκκλησία να πείσει τους ανθρώπους να βαδίσουν στον σωστό δρόμο. Όμως ο βασιλικός δρόμος της ευαίσθητης, ποιητικής και ευγενικής ψυχής που σου υπεδείκνυε ο Γέρων Πορφύριος είναι ο δρόμος της αγάπης, του θείου έρωτα προς τον Ιησού Χριστό και η ανιδιοτέλεια, δηλαδή η αδιαφορία για το αν η αγάπη σου στον Χριστό συνεπάγεται χαρές ή οδύνες. Είναι δρόμος γεμάτος αρχοντιά και ανωτερότητα, χωρίς μιζέριες, υπολογισμούς και φόβους, λεβέντικος και άξιος του θείου μεγαλείου και της απόλυτης εμπιστοσύνης στη φιλική διάθεση του Χρίστου που μας αγαπά.

Αυτό συνεπάγεται και μία ωραία μεθόδευση του πνευματικού αγώνα του χριστιανού, την οποία συχνά-πυκνά και με πολλά παραδείγματα ανέπτυσσε. Ας θυμηθούμε μερικά:

- Όταν είσαι σ΄ ένα κατασκότεινο δωμάτιο, μη χτυπάς το σκοτάδι για να το διώξεις. Δεν φεύγει έτσι. Άνοιξε το παράθυρο στο φως, δηλαδή δώσου στην αγάπη του Χριστού και τότε χωρίς κόπο φεύγει το σκοτάδι.

- Όταν έρχεται ο κακός λογισμός, η μελαγχολική σκέψη, ο φόβος, ο πειρασμός να σε καταλάβει, μην πολεμάς μαζί τους να τα διώξεις. Άνοιξε τα χέρια σου στην αγάπη του Χριστού και σε παίρνει στην αγκαλιά του και χάνονται αυτά μόνα τους.

- Όταν ο κήπος της ψυχής σου είναι γεμάτος αγκάθια (πάθη), μην προσπαθείς να τα ξεριζώσεις και βρίσκεσαι διαρκώς τραυματισμένος και μολυσμένος από την ασχολία σου μαζί τους. Δώσε όλη τη δύναμη σου στα λουλούδια της ψυχής σου, πότισέ τα, και τότε τ΄ αγκάθια θα ξεραθούν μόνα τους. Και το καλύτερο λουλούδι είναι η αγάπη σου στον Χριστό. Αν ποτίσεις αυτήν και αναπτυχθεί, όλα τα αγκάθια μαραίνονται.

γ) Η χαρά
Ο Γέρων Πορφύριος αγαπούσε όλους με την αγάπη του Χριστού που είναι μοναδική για τον καθένα. Αλλά η πλούσια καρδιά του Χριστού και όσων ομοιώθηκαν μ΄ Αυτόν, μπορεί ν΄ αγαπά με μοναδικό τρόπο τον κάθε άνθρωπο, που είναι εικόνα του αγαπημένου Χριστού. Και η αγάπη αυτή ελκύει τη Θεία Χάρη, που επιπίπτει στον αγαπώντα σαν χαρά μεγάλη και ανεξάντλητη. Αυτός που αγαπά είναι χαρούμενος, γιατί η αγάπη είναι δόσιμο και το δόσιμο συνεπάγεται τη μακαριότητα, όπως είπε ο Κύριος («μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν», Πράξ. 20,35). Έτσι ζούσε ο Γέροντας στη χαρά που κανείς, ούτε οι πόνοι ούτε οι θλίψεις, δεν αφαιρεί από εκείνον που είναι δοσμένος στην αγάπη του Χριστού. Ο Γέροντας Πορφύριος, ζώντας μέσα στην αγάπη του Χριστού είχε διαπιστώσει εμπειρικά αυτό που γράφει ο Άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής: «ἡ τελεία ἀγάπη ἔξω βάλλει τὸν φόβον» (Α’ Ίω. 4,18) και γι΄ αυτό λέει σε μια ηχογραφημένη συνομιλία του με έμφαση και με γεμάτη πραότητα βεβαιότητα «Ο φίλος, ο αδελφός (ο Χριστός)…! Πώς το φωνάζει αυτό όμως…! και πόσο…! Τί βάθος κρύβεται μέσα σ’ αυτό…! Πολύ βάθος! Δηλαδή είναι το θάρρος. Δεν θέλει τον φόβο ο Χριστός, δεν τόνε θέλει τον φόβο!»

δ) Η αθανασία
Η νίκη πάνω στον θάνατο, η αίσθηση και η βεβαιότητα της αθανασίας είναι ένα βίωμα κοινό σε όλους τους Αγίους και στον Γέροντα Πορφύριο. Λέγει στην προαναφερθείσα ηχογραφημένη συνομιλία του: «Ο άνθρωπος του Χριστού πρέπει ν΄ αγαπήσει τον Χριστό, κι όταν αγαπήσει τον Χριστό απαλλάττεται από τον διάβολο, από την κόλαση και από τον θάνατο». Δεν είναι αυτά λόγια ειπωμένα από κάποιον που συνέλαβε αυτή την αλήθεια με τη σκέψη του. Είναι λόγια βγαλμένα από ένα αληθινό προσωπικό βίωμα και γι΄ αυτό έχουν την αξία μαρτυρίας αυτόπτη μάρτυρα. Δεν αλλάζει το πράγμα από το γεγονός ότι ο Γέροντας Πορφύριος από ταπείνωση και βαθιά αίσθηση της ανθρώπινης ασθένειάς μας λέγει ότι δεν έχει φθάσει σε αυτή την κατάσταση. Μάλλον ενισχύεται η αξιοπιστία του, διότι δεν είναι πλέον ένας που νομίζει ότι έφθασε κάπου. «Δεν έχω φθάσει, αυτό ζητάω, αυτό θέλω. Και στη σιωπή μου και παντού προσπαθώ να ζήσω σ΄ αυτά. Δεν τα ζω όμως, …προσπαθώ. Δηλαδή, πως να σου πω, πως να σας πώ; Δεν έχω πάει σ΄ ένα μέρος, έτσι… ή πήγα μια φορά, το είδα, τώρα δεν είμαι εκεί, αλλά το θυμάμαι, το λαχταράω, το θέλω. Να τώρα, αυτή τη στιγμή, αύριο, μεθαύριο, κάθε στιγμή μούρχεται και το θέλω. Θέλω να πάω εκεί, το ζητάω. Δεν είμαι όμως εκεί… Ναι, αλλά ζω μέσα σ΄ αυτή την προσπάθεια…»

Βεβαιοί ο Άγιος Γρηγόριος ότι το ευρείν τον Θεόν έγκειται εις το αεί Αυτόν ζητείν. Δεν υπάρχει καλύτερη και εγκυρότερη επιβεβαίωση ότι ο Γέρων Πορφύριος βρήκε τον Θεό, και ότι ο δρόμος της αγάπης που μας υποδεικνύει είναι ο συντομότερος, ο ασφαλέστερος και ο καλύτερος για να μας βρει και μας ο Θεός και να περιμαζέψει τον καθένα μας, σαν το ένα απολωλός πρόβατο, με χαρά και με αγάπη και να μας οδηγήσει από αυτήν εδώ τη ζωή στην επίγεια άκτιστη Εκκλησία Του, που είναι χώρα αγάπης, χαράς, ειρήνης και αθανασίας.
Στο κέντρο της πόλεως του Λουτρακίου προβάλλει επιβλητικά ο ναός της Παναγίας της Γιάτρισσας, ως ακλόνητος στυλοβάτης της πίστης τωνκατοίκων. Στο εσωτερικό του φυλάσσεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας που απεικονίζει την Μεγαλόχαρη σε νεαρή ηλικία να κρατά το θείο βρέφος.

Η εικόνα ήρθε από τα Ιεροσόλυμα περί το 1928 μ.Χ. και με την βοήθεια του τότε Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κορίνθου κ. Δαμασκηνού χτίστηκε ένας μικρός ναός (απέναντι από τον σημερινό) ενώ λόγω των πολλών θαυμάτων υγείας που έκανε επονομάστηκε ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΓΙΑΤΡΙΣΣΑ. Κατόπιν λόγω της μεγάλης συρροής των προσκυνητών, την 10ην Μαρτίου 1960 μ.Χ. θεμελιώθηκε ο σημερινός Ναός επί Κορινθίας Προκοπίου ο οποίος διατηρείται μέχρι σήμερα. Είναι μία τρίκλιτη βασιλική με οκτάπλευρο τρούλο. Περιλαμβάνει το ξυλόγλυπτο τέμπλο καθώς και το επιβλητικό προσκυνητάρι της εικόνας της Παναγίας μας.

Το ιστορικό της Αγίας εικόνας της Παναγίας της Γιάτρισσας είναι το εξής: Κάθε καλοκαίρι ερχόταν στο Λουτράκι για ιαματικά λουτρά μια γυναίκα ονόματι Μαρία, που ήταν μαία. Έμενε στο σπίτι της Μαρίας Σώκου, με την οποία είχε φιλικές σχέσεις. Η Μαρία αυτή όταν πήγε να προσκυνήσει στους Αγίους Τόπους, έφερε ένα δώρο στη Μαρία Σώκου, την εικόνα της Παναγίας με βρέφος το Χριστό στην αριστερή της πλευρά. Στα Ιεροσόλυμα, ο πωλητής είχε πει στη Μαρία, να δώσει την εικόνα σε Θεοσεβείς ανθρώπους, που να πιστεύουν σ' αυτήν, να της ανάβουν κεριά και το καντήλι της να καιει μέρα και νύχτα, διότι είναι θαυματουργή εικόνα.

Η Μαρία όλα αυτά τα είπε στη Μαρία Σώκου. Ακόμη της είπε ότι μετά από 20 μέρες από την παράδοση της Αγίας εικόνας θα πεθάνει όπως και έγινε.

Η εικόνα ήλθε στα χέρια της Σώκου το 1928 μ.Χ. Η ευλάβεια των κατοίκων του Λουτρακίου, αλλά και ξένων με το χρόνο μεγάλωνε. Τότε σκέφτηκαν να κάνουν μια εκκλησία. Δημιουργήθηκε μία επιτροπή με την βοήθεια του τότε Σεβασμιότατου Μητροπολίτου Κορινθίας Δαμασκηνού και των Δωρητών, και έκτισαν σε οικόπεδο που τους προσέφερε ο Ιωάννης Μάρρας απέναντι από την σημερινή εκκλησία τον πρώτο ναό της Παναγίας της Γιάτρισσας.
Άγιος Ραφαήλ, ο Ιερεύς και Όσιος, ο Μεγαλομάρτυς και Θαυματουργός. Έζησε στα τελευταία χρόνια του Βυζαντίου μέχρι και λίγα χρόνια μετά την άλωση. Χρόνια δύσκολα και ηρωικά. Ήλπισε στη σωτηρία της Αυτοκρατορίας, στους αγώνες των Παλαιολόγων. Δραστηριοποιήθηκε πάρα πολύ, πήρε πολλές γνώσεις, πέρασε από πολλά αξιώματα, πήγε σε πολλά μέρη, έγινε φημισμένος. Πόνεσε και μόχθησε για τη Ρωμιοσύνη. Αλλά Τον κέρδισε ο Χριστός. Αυτόν αγάπησε τελικά περισσότερο απ’ όλα και Αυτόν υπηρέτησε μέχρι τέλους. Μεγάλη η Χάρη Του και λαμπρή η Δόξα Του. Δόξα αιώνια, δοσμένη από τον Κύριό μας, γιατί ήταν μεγάλη η Θυσία Του!! Η Θυσία ήταν ο δρόμος Του, Θυσία ήταν η ζωή Του, Θυσία ήταν και ο ηρωικός θάνατός Του. Η ίδια η Παναγία, εμφανιζόμενη σε αποκαλυπτικό ενύπνιο την επέτειο του Μαρτυρίου του Αγίου κλαίουσα και ερωτηθείσα γιατί κλαίει, απάντησε ότι κάθε χρόνο τέτοια μέρα κλαίει για τη θυσία που έκανε ο Άγιος Ραφαήλ για Εκείνη και τον Υιό Της, στο Μοναστήρι Της των Καρυών της Λέσβου…

Αποκάλυψις μετά από μισή χιλιετία

Ο Άγιος Ραφαήλ μαρτύρησε στη Λέσβο 10 χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης. Η ένδοξη ζωή όμως και ο μαρτυρικός θάνατός Του, γρήγορα θάφτηκαν στη λήθη, λόγω της τρομοκρατίας του βάρβαρου Τούρκου κατακτητή. Πέρασε ο καιρός και όλα ξεχάστηκαν. Μισή χιλιετία πέρασε και κανείς πλέον δεν ήξερε ότι κάποιοι είχαν μαρτυρήσει στο λόφο των Καρυών της Λέσβου. Μόνο από καιρού εις καιρόν έβλεπαν κάποιον ιερέα, σαν σε όραμα, να θυμιάζει στον τόπο αυτό, και ένα έθιμο είχε μείνει στην παράδοση του τόπου να γίνεται λειτουργία την Τρίτη του Πάσχα, ημέρα του μαρτυρίου του Αγίου, χωρίς όμως να θυμάται ή να ξέρει κανείς, για ποιο λόγο είχε επικρατήσει το έθιμο αυτό.

Ήρθε όμως το πλήρωμα του χρόνου, το χρονικό εκείνο σημείο που η Θεία Πρόνοια είχε σοφά επιλέξει, ώστε όλα να αλλάξουν. Ο Παντογνώστης Κύριος είχε επιλέξει την εποχή μας, τον καιρό της απιστίας και της αποστασίας, να ξανακάνει γνωστό τον Φίλο Του Ιερομάρτυρα Ραφαήλ. Ο καιρός της αφάνειάς Του είχε παρέλθει. Είχε έρθει η ώρα, η χάρις του Αγίου να λάμψει και να φωτίσει τις ψυχές των Χριστιανών, χαρίζοντάς τους Πίστη, υγεία, δύναμη, κουράγιο και ελπίδα. Το σωτήριο έτος του Κυρίου μας, 1959, η οικογένεια Ράλλη στην κυριότητα της οποίας περιέπεσε το κτήμα που περίκλειε το μαρτυρικό λόφο των Καρυών, έκτισε από τάμα ένα εκκλησάκι της Παναγιάς. Από τότε αρχίζουν τα θαυμαστά περιστατικά…

Μια πηγή που είχε ξεραθεί, ξαφνικά άρχισε να βγάζει νερό, βοηθώντας στις εργασίες ανέγερσης της Εκκλησίας. Κατά τις εργασίες ανέγερσης του μικρού ξωκλησιού, ανευρίσκεται στα θεμέλια ένας τάφος με λείψανα ενός Χριστιανού του οποίου έλειπε η κάτω σιαγόνα. Ένας άγνωστος σ’ αυτούς καλόγερος αρχίζει και εμφανίζεται στα όνειρα πολλών ανθρώπων της περιοχής, σε οράματα ή ζωντανά μπροστά τους. Σταδιακά, όλο και περισσότεροι Tον βλέπουν, Tον ακούν, Tον ονειρεύονται. Τους δίνει να καταλάβουν ότι τα οστά που ανευρέθηκαν είναι δικά Του. Σε κάποιους λέει το όνομά του, «Ραφαήλ». Σε άλλους λέει, «Είμαι Άγιος και θα κάνω πολλά θαύματα». Σε άλλους, «Είμαι από την Ιθάκη»… Μέρα με τη μέρα ο Άγιος συμπληρώνει την ιστορία Tου και φανερώνει τα κεκρυμμένα μυστήρια της ζωής και του μαρτυρίου Του, ενώ στις θαυμαστές Του αποκαλύψεις εμφανίζονται, και άλλα πρόσωπα μαρτύρων καθώς και ένα ξανθόμαλλο κοριτσάκι. Η Παναγία, αλλά και η Αγία Παρασκευή και άλλοι Άγιοι παρουσιάζονται συχνά και αυτοί σε ενύπνια ή οράματα επιβεβαιώνοντας τις μαρτυρίες του Αγίου και ενισχύοντας την πίστη των απλών χριστιανών που γίνονται μάρτυρες των θείων αποκαλύψεων.

Ο Άγιος σύντομα ζητά να γκρεμιστεί το νεόκτιστο εκκλησάκι. Εξηγεί ότι από κάτω βρίσκονται τάφοι μαρτύρων που πρέπει να αποκαλυφθούν. Έτσι υπό την πίεση των θείων σημείων, αλλά και θαυμάτων, αρχικά με κάποια ατολμία, αργότερα όμως με θάρρος και παρρησία, αρχίζει πρώτα το γκρέμισμα και μετά η ανασκαφή χώρου. Υπήρχε ακόμα κάποια επιφυλακτικότητα, διότι οι άπιστοι ειρωνεύονταν και συκοφαντούσαν τα γεγονότα, τα θεωρούσαν ως μια ομαδική αυθυποβολή ή ακόμα χειρότερα ως απατεωνιά. Όμως, ώ του θαύματος! Στις ανασκαφές, σταδιακά, πράγματι έρχονται στο φως σπασμένα μάρμαρα και κιονόκρανα, αρχαία αντικείμενα κομματιασμένα και μαυρισμένα σαν από πυρκαϊά και εν γένει τα υπολείμματα αρχαίου μοναστηριού, ακόμα και το μολυβδόβουλλο, δηλαδή η ανάγλυφη προνομιακή πατριαρχική σφραγίδα του Βυζαντίου για τη λειτουργία της αρχαίας Μονής. Ανευρίσκονται Τάφοι και Ιερά Λείψανα Μαρτύρων, ακριβώς στα σημεία που έβλεπαν σε όνειρα οι πιστοί και υποδείκνυαν κατόπιν, για ανασκαφή, στους εργάτες. Η Πίστη θριαμβεύει και οι άπιστοι ντροπιάζονται και αποστομώνονται.

Ο Άγιος σταδιακά ξετυλίγει το νήμα της ζωής και του Μαρτυρίου Του. Εμφανίζεται σε όλο και περισσότερους πιστούς ή ακόμα και απίστους, αλλά καλοπροαίρετους ανθρώπους, σε εντυπωσιακά μεγάλο πλήθος από όνειρα ή οράματα. Τις θείες αυτές αποκαλύψεις τις βιώναν οι Χριστιανοί με διάφορους τρόπους: Άλλοτε, ο Άγιος Ραφαήλ τους έδειχνε τα γεγονότα σαν να συμβαίνουν δίπλα τους (σαν να παρίστανται δηλαδή και εκείνοι), άλλοτε έβλεπαν τον Άγιο να τους διηγείται τη ζωή Του, άλλοτε παρατηρούσαν γεγονότα της ζωής του Αγίου σαν μέσα από διόπτρα ακούγοντας τη φωνή του Αγίου να τους εξηγεί, και άλλοτε σαν ταινία που βλέπουν και ακούν… Έτσι, μέσα από ποικιλόμορφες θαυμαστές αποκαλύψεις, σιγά-σιγά, σχηματίστηκε μια σαφής εικόνα του πολυτάραχου βίου Του, που σταδιακά -μιας και οι αποκαλύψεις του Αγίου Ραφαήλ συνεχίζονται ακόμα και στις μέρες μας- γίνεται όλο και πιο πλήρης:

Τα παιδικά χρόνια

Στην παλαιά συνοικία Μύλοι της πόλεως Ιθάκης, πρωτεύουσας της ομωνύμου πανέμορφης νήσου των Επτανήσων εις το Ιόνιο Πέλαγος, πατρίδας του πολυμήχανου Οδυσσέα της αρχαιότητος, γεννήθηκε το έτος 1410 ένα γλυκύτατο αγοράκι. Οι γονείς του ήταν λίαν ευσεβείς Χριστιανοί και εξαιρετικά ένθερ­μοι Έλληνες πατριώτες. Η οικογένεια του αποτελείτο από τον πατέρα του Διονύσιο Λασκαρίδη, την μητέρα του Μαρία και την αδελφή του Ελένη. Κατά την βάπτιση του βρέφους, του δόθηκε το όνομα Γεώργιος.

Με την πάροδο του χρόνου, το έτος 1422 η αδελφή του Ελένη Λασκαρίδου νυμφεύθηκε τον Ενετό Μάρκο, Υπασπιστή και Σύμβουλο του Ενετού Καρόλου Α’ Τόκκου, Κόμητα Κεφαλληνίας και Ζακύνθου και Δούκα της Λευκάδος. Το έτος 1418, ο νεαρός Γεώργιος διδάσκεται τα πρώτα γράμματα από τον πατέρα Τιμόθεο της Ιεράς Μονής Καθαρών, κείμενης εις την θέση Στενό Αγρού, βορείως της πόλεως της Ιθάκης. Η οικογένεια Λασκαρίδη ήταν αρκετά ευκατάστατη, πράγμα το οποίο βοήθησε για την παροχή ευρύτερης παιδείας στο γιό τους, το οποίο ήταν ένα αξιαγάπητο, κινητικότατο, πανέξυπνο μικρό παιδάκι, ευσεβές και διψασμένο για μάθηση. Έτσι, ο Γεώργι­ος, διαθέτοντας οικονομική ανεξαρτησία και υποστηριζόμενος από τον (εκ της αδελφής του) γαμπρό του Μάρκο, γίνεται δεκτός προς φοίτηση στη Σχολή του Ζαχαρία Αγγέλου, που έδρευε στη θέση «Κάστρο του Αϊ-Γιώργη», καθέδρα του Καρόλου Α’ Τόκκου. Εκεί διδάσκεται Ελληνικά, Λατινικά, Ιταλικά και Γαλλικά. Και πάλι, όμως, δεν αισθανόταν αναπαυμένος. Πνεύμα συνεχώς ανήσυχο για μάθηση, γνωρίζεται με τον Ιατροφιλόσοφο Παράσχο Κουζούλη από τον οποίο διδάσκεται τα πρώτα μαθήματα της Ιατρικής Επιστήμης.

Το έτος 1425 σε ηλικία 15 ετών, ο νεαρός Γεώργιος παρακολούθησε τη διδασκαλία του πατρός Φωτίου Μοναχού στην Ιερά Μονή της Παναγίας Ομαλών, πλησίον του χωρίου Λειβαθώ, όπου για πρώτη φορά εντρύφησε σε θεολογικές μελέτες, με εξαιρετικές επιδόσεις. Τότε, ο Γεώργιος, που θεωρούσε και ονόμαζε τον εαυτό του Ρωμηό, αλλά που ήταν μεγαλωμένος και μορφωμένος σε ενετικό περιβάλλον, για πρώτη φορά άρχισε να ανακαλύπτει και να συνειδητοποιεί τη ρωμαίικη παράδοση. Συνάντησε μαγεμένος το Γένος και τη ρίζα του, την Ελληνική από τη μια και Ορθόδοξη από την άλλη. Ταυτοχρόνως, ορμώμενος από τον έμφυτο δραστήριο χαρακτήρα του και από τη φλόγα της φιλοπατρίας, πείθει τον γαμπρό του Μάρκο να συνηγορήσει για την άσκησή του εις τα όπλα κατατασσόμενος προς απόκτησιν στρατιωτικής εκπαιδεύσε­ως εις τα τμήματα της Ενετικής Φρουράς του Καρόλου Α' Τόκκου.

Ο καιρός παρέρχεται και ο άπληστος για μάθηση Γεώργιος αναχωρεί το έτος 1427 από τα Ιόνια Νησιά και μεταβαίνει εις την πόλη του Μυστρά για να παρακολουθήσει ανώτερες σπουδές εις την εκεί Σχολή Φιλοσοφίας του Γεωργίου Πλήθωνος Γεμιστού. Εκεί μάλιστα, γνωρίζεται και συνδέεται φιλικά με τον μετέπειτα Δεσπότη του Μυστρά και αργότερα αυτοκράτορα, Κωνσταντίνο Παλαιολόγο.

Στην υπηρεσία της πατρίδος

Το έτος 1431, σε ηλικία πλέον 21 ετών, ο Γεώργιος δεν μπορεί να αντισταθεί περισσότερο στα εντονώτατα πατριωτικά του συναισθήματα και με τις ευλογίες των Γονέων και των Διδασκάλων του κατατάσσεται εθελοντικώς ως Αξιωματικός στις Δυνάμεις του Ελληνικού Βυζαντινού Στρατού. Λόγω της ευρύτατης και πολυσχιδούς του μορφώσεως και της όλως εξαιρετικής ευφυίας του, του απονέμεται ο βαθμός του Εκατόνταρχου και τοποθετείται ως Υπασπιστής στο Επιτελείο του Πρίγκηπα Θωμά Παλαιολόγου που είχε την έδρα του στην Καλαμάτα. Παράλληλα, ολοκληρώνει τις σπουδές του στην Ιατρική Επιστήμη διδασκόμενος από τον Ιατρό Μελισσηνό.

Ο Γεώργιος ήδη έχει γίνει πασίγνωστος για την παιδεία, τις ικανότητες, την ανδρεία και τον χαρακτήρα του εις τους κατέχοντας ύπατα αξιώματα στη Δημόσια Διοίκηση της Αυτοκρατορίας και στην Εκκλησία. Ως αποτέλεσμα, το έτος 1437 ο Γεώργιος Λασκαρίδης, Χιλίαρχος - Ιατρός πλέον, επιλέγεται να προστεθεί στην ακολουθία του Αυτοκράτορα Ιωάννη Η’ Παλαιολόγου ως επιτελής αξιωματικός του Πρίγκηπα Δημητρίου ο οποίος θα συνόδευε τον Αυτοκράτορα στη σύνοδο Φερράρας - Φλωρεντίας.

Χάριν της ιστορικής αλήθειας, οφείλουμε να αναφέρουμε εδώ ότι, δυστυχώς, ο ασύνετος Αυτοκράτωρ Ιωάννης Η’ Παλαιολόγος προκάλεσε τη σύγκληση της Συνόδου της Φερράρας προκειμένου να εκλιπαρήσει τον αιρετικό και σχισματικό Ευγένιο Πάπα της Ρώμης να παρακινήσει τους υπ’ αυτόν βασιλείς να τον βοηθήσουν στρατιωτικώς προσφέροντας σε αντάλλαγμα την «Ένωση» των Εκκλησιών, διότι έντρομος και περιδεής φοβόταν τις απειλές του Σουλτάνου Μουράτ και του αρχηγού της τουρκικής Θεσσαλικής στρατιάς Τουραχάνη (Τουραχάν Μπέης).

Από την πρώτη στιγμή, η Επιτροπή Συνοδικών της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, με επικεφαλής τον Πατριάρχη Ιωσήφ, υπέστη τα πάνδει­να από τους παπικούς κατά τη διετία της Συνόδου Φερράρας - Φλωρεντίας. Προσφιλέστερη μέθοδο των Δυτικών αποτελούσαν οι προσβολές και η έμμεση ή άμεση άσκηση φυσικής, ηθικής και ψυχολογικής βίας εναντίον των Ορθοδόξων. Μικρό παράδειγμα αποτελούν τα εξής. Ενώ η Επιτροπή των Ορθοδόξων βρισκόταν καθ’ οδόν προς τη Φερράρα, ο Πάπας ειδοποίησε τον Πατριάρχη ότι κατά την άφιξή του οφείλει να του ασπασθεί τους πόδας του, πράγμα το οποίο, όπως ήταν φυσικό, ο Πατριάρχης αρνήθηκε. Επίσης, από την πρώτη διανυκτέρευση, στον Ορθόδοξο Πατριάρχη παραχώρησαν για κατάλυμα ένα χοιροστάσιο. Ακόμη, ενώ ήταν ανειλημμένη υποχρέωση των Παπικών να προσφέρουν σιτηρέσιο προς τους Ορθοδόξους, παρέβηκαν την υπόσχεσή τους καταδικάζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο τους Ορθοδόξους Συνοδικούς σε λιμοκτονία, αφήνοντάς τους χωρίς τροφή και χρήματα διατροφής επί πολ­λούς μήνες, εξαναγκάζοντας τους Ορθοδόξους Ιεράρχες να πωλούν και αυ­τά τα ενδύματά τους για να τραφούν ή ακόμη και να ζητιανεύουν τροφή.

Πράγματι, λοιπόν, κατά την ψευδοσύνοδο Φερράρας και Φλωρεντίας, εμπαίχθηκε η Ορθοδοξία και ο Ελληνισμός. Το μίσος των αιρετικών Παπικών προς την Ορθοδοξία, ο ανθελληνισμός, οι προδοσίες, οι φατριασμοί, οι εγωκεντρικές φιλοδοξίες, ο ραγιαδισμός και η μωρία ξεπέρασαν κάθε όριο. Ο μόνος που παρέμεινε αγνός και έλαμψε ως σταθερός στυλοβάτης της Ορθοδοξίας ήταν ο Μάρκος Ευγενικός, ενώ αξιοπρεπείς στάθηκαν και οι Γεώργιος Σχολάριος και Γεώργιος Πλήθων Γεμισ­τός, φεύγοντας με τον αδελφό του αυτοκράτορα Δημήτριο στη Βενετία, για να μην υπογράψουν. (Μαζί τους προφανώς θα ήταν και ο Άγιός μας ως επιτελής αξιωματικός του πρίγκιπα Δημητρίου.) Αυτοί αποτέλεσαν φωτεινούς ελπιδοφόρους αστέρες Ορθοδοξίας στο σκοτεινό στερέωμα των ζοφερών εκείνων χρόνων για το Βυζάντιο.

Τον Νοέμβριο του έτους 1444, ενωμένα Χριστιανικά στρατεύματα υπό τον Ούγγρο Ουνιάδη και τον Βασιλέα των Πολωνών Βλαδισλάβο, ενεπλάκησαν σε μοιραία και καταστροφική σύγκρουση με τις τουρκικές δυνάμεις του Σουλτάνου Μουράτ Β’ στη Βάρνα της Βουλγαρίας. Τα Χριστιανικά στρατεύματα, λί­γο πριν τη σύγκρουση απέστειλαν εσπευσμένα ταχυδρόμους προς τον Δεσπότη του Μυστρά Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, για να ζητήσουν ενισχύσεις. Πράγματι, δύναμις του Βυζαντινού Στρατού στην οποία μετείχε και ο Χιλίαρχος Γεώργιος Λασκαρίδης, αναχώρησε άμεσα ανταποκρινόμενη στην έκκληση των Χριστιανικών Στρατευμάτων. Εντούτοις, δύο ημέρες προ της αφίξεώς τους στην Βάρνα, πληροφορήθηκαν από έντρομους ταχυδρόμους ότι έλαβε χώρα η συμπλοκή και τα Χριστιανικά Στρατεύματα διαλύθηκαν έχοντας ηττηθεί κατά κράτος από τον Σουλτάνο Μουράτ. Κατόπιν τούτου, οι Βυζαν­τινοί θεωρώντας μάταιη κάθε περαιτέρω ενέργεια, ακολούθησαν τον δρόμο της επιστροφής.

Το κάλεσμα του Θεού

Καθ’ οδόν προς την βάση τους στο Μυστρά, διήλθαν πλησίον των Σερρών όπου αφίχθησαν εις την Ιερά Μονή του Τιμίου Προδρόμου. Εκεί κατέλυσε προς ανάπαυσιν το Τμήμα του Χιλιάρχου Γεώργιου Λασκαρίδη. Εις την Ιερά Μονή εκείνη, ο Γεώργιος συναντήθηκε με δύο Μοναχούς η γνωριμία μετά των οποίων αποτέλεσε σταθμό δια τον περαιτέρω βίο του.

Ο ένας εξ αυτών, με το Αγγελικό, δηλαδή το Μοναχικό, όνομα Γεννάδιος, ήταν ο πρώην φιλενωτικός, υμνητής του Πάπα κατά την σύνοδο της Φερράρας, πολυγνώστης φιλόσοφος, κατά κόσμον Γεώργιος Σχολάριος, ο οποίος κατόπιν θείας Φωτίσεως ανένηψε και ακολούθησε εν μετανοία τον Μοναχισμό, διακηρύσσοντας ότι «καλύτερα το τουρκικό σαρίκι παρά το Λατινικόν φακιόλι». Και τούτο, διότι από τους Τούρκους κινδυνεύει μόνο το κράτος, ενώ από τους Λατίνους κινδυνεύουν και το Κράτος και η Πίστις. Ο Μοναχός Γεννάδιος, υπήρξε μετέπειτα ο Πατριάρχης Γεννάδιος.

Ο άλλος ήταν ο Γέροντας Ιωάννης, αγιασμένη μορφή, ο οποίος ώθησε τον Χιλίαρχο-Ιατρό Λασκαρίδη να συνειδητοποιήσει ότι κοντά στο Θεό θα εύρισκε η ψυχή του την ειρήνη που επιθυμούσε. Μετά την αναχώρηση της Μονάδος του προς το Μυστρά και αφού απέστειλε προς τον Αρχηγό του Στρατεύματος Φραντζή την παραίτηση από το στράτευμα και το σπαθί του, ο Γεώργιος Λασκαρίδης υπακούοντας σε κάποια άρρητη ψυχική θεϊκή παρόρμηση, παρέμεινε κοντά στο Γέροντα Ιωάννη στην Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου.

Το έτος 1445, σε ηλικία 35 ετών, ο Γεώργιος, μετά από έξι μήνες άσκηση σιωπής και προσευχής εκάρη Μοναχός από τον Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου και πήρε το Μοναχικό όνομα ΡΑΦΑΗΛ από τον Αρχάγγελο, ο οποίος σε όραμα τον είχε φωτίσει με άρρητα μηνύματα του θεού. Ο πατήρ Ραφαήλ έζησε κοντά στον αγιασμένο Γέροντά του μέχρι την κοίμησή του και στην Ι. Μονή Τιμίου Προδρόμου για δύο χρόνια ακόμα, γενόμενος Διάκονος, Ιερεύς και τελικά Αρ­χιμανδρίτης. Στη συνέχεια, πήγε στην Αθήνα όπου είναι γνωστό ότι κατ’ επανάληψη κήρυξε στο λόφο του Φιλοπάππου και εις τον Ιερό Ναό του Αγ. Δημητρίου Λομπαρδιάρη πλησίον της Ακροπόλεως, όπου λειτούργησε ως εφημέριος και ιεροκήρυκας, προκειμένου να ενισχύσει το ορθόδοξο φρόνημα και το ηθικό των υπό ενετικής κατοχής Αθηναίων. Στο Ναό αυτό και σήμερα μπορεί κανείς να βρει το εικόνισμά Του, ενώ παράλληλα τελούνται και Λειτουργίες τιμώντας την Χάρη Του.

Όταν το 1449 ανέβηκε στο θρόνο της Βασιλεύουσας ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο επονομαζόμενος «Δράκων» για τη γενναιότητά του, ο πατήρ Ραφαήλ πήγε αμέσως στην Κωνσταντινούπολη για να συναντήσει τον παλιό του φίλο και να τον συγχαρεί. Εκείνος, εκτιμώντας την προσωπικότητά του, τις πολλές ικανότητές του και την ευρύτατη μόρφωσή του, τον κράτησε στην Βασιλεύουσα και τον τοποθέτησε στο αξίωμα του Πρωτοσύγκελου. Ο πατήρ Ραφαήλ γίνεται γρήγορα πασίγνωστος. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο απέστελλε τον πατέρα Ραφαήλ επανειλημμένα ως εκπρόσωπό του σε πολλά Θεολογικά και Ιατρικά Συνέδρια σε διά­φορες πόλεις του εξωτερικού. Παράλληλα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον ονόμασε Οικουμενικό Ιεροκήρυκα, τίτλο που τον διευκόλυνε για να μεταβαίνει σε πολλές και διάφορες πόλεις και να κηρύττει την Ορθόδοξη Χριστιανική Πίστη.

Η γνωριμία με το Νικόλαο

Το έτος 145Ι, κατά τη διάρκεια ενός εκ των Συνεδρίων στην Γαλλική πόλη Μορλαί (ΜΟRLΑΙΧ), πλησίον της Βρέστης στην περιοχή της Βρετάννης, γνωρίστηκε με έναν 27ετή νέο Έλληνα φοιτητή της Ιατρικής, τον Νικόλαο. Ο Νικόλαος είχε γεννηθεί το έτος 1424 και είχε μεγαλώσει στη Θεσσαλονίκη. Ή οικογένεια του αποτελούνταν από τον πατέρα του Γεώργιο Κωσταντάκη, Συμβολαιογράφο, την μητέρα του Άννα και την αδελφή του Ζωή. Όπως αναφέρεται, η οικογένεια Κωσταντάκη είχε την καταγωγή της από την πόλη Ραγοί της Μηδίας στην Μικρά Ασία. Το έτος 1445, ο Γεώργιος Κωσταντάκης απέστειλε τον γιό του Νικόλαο στην πόλη Μορλαί της Γαλλίας για να σπουδάσει την Νομική Επιστήμη στο εκεί Πανεπιστήμιο. Ο Νικόλαος, όμως, παρασυρμένος από τις υλικές απολαύσεις, αντί σπουδών διήγαγε έντονα κοσμικό βίο. Συναναστρεφόμενος, παρ’ όλα αυτά, με τον Πρωτοσύγκελο πατέρα Ραφαήλ, και παραδειγματιζόμενος από την υποδειγματική ζωή και τις σώφρονες συμβουλές του, μετέβαλε τρόπο ζωής και τέλος ακολούθησε την οδό της Ιερωσύνης. Μετά την κουρά του ως Μοναχού, τον υποδειγματικό βίο του και τον ένθερμο ζήλο του στα της Πίστεως, ο πατήρ Ραφαήλ τον χειροτόνησε Διάκονο και κράτησε κοντά του ως συνεργάτη, αναθέτοντας παράλληλα σε αυτόν αποστολές σε διάφορους τόπους, προκειμένου να κηρύττει την Ορθοδοξία.

Η άλωση της Πόλης

Το Δεκέμβριο του 1452 και ενώ ο Πρωτοσύγκελος πατήρ Ραφαήλ, αλλά και ο Διάκονός του Νικόλαος βρίσκονταν στην Κωνσταντινούπολη, ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος οργάνωσε επίσημο συλλείτουργο στην Εκκλησία της Αγίας Σοφίας με αντιπρόσωπο του Πάπα τον καρδινάλιο Ισίδωρο, στα πλαίσια της ενωτικής πολιτικής που εφάρμοζε έχοντας την ψευδαίσθηση ότι θα σωθεί η Βασιλεύουσα με τη βοήθεια του Πάπα, από τον ασφυκτικό τουρκικό κλοιό. Στις 12 Δεκεμβρίου του 1452, ανήμερα του Αγίου Σπυρίδωνος, έλαβε χώρα το συλλείτουργο αυτό. Όμως, ο Πρωτοσύγκελος Ραφαήλ δεν θέλησε να παραστεί και ούτε και τον Διάκονό του άφησε να πάει. Γνώριζε πολύ καλά ότι αυτό θα ήταν προδοσία της Πίστεως. «Όχι, και μέχρις εκεί. Σχέση ναι, βοήθεια ναι, συλλείτουργο με τους παπικούς ποτέ!...» είπε ο Άγιος. Ο Αυτοκράτορας θύμωσε πάρα πολύ και τους τιμώρησε με προσωρινή εξορία στην Αίνο. Γι’ αυτό και ο Άγιος Ραφαήλ ονομάζεται και ομολογητής, διότι παράτησε τις τιμές και δόξες του αξιώματός του και δεν υπολόγισε το κόστος της εναντίωσής του στον αυτοκράτορα, προκειμένου να υπερασπιστεί την αλήθεια της Ορθοδοξίας έναντι της αιρέσεως του παπισμού. (Σημειώτεον ότι τις τελευταίες ημέρες πριν τον ηρωικό θάνατό του ο αυτοκράτορας, βλέποντας την απουσία παπικής βοήθειας, μετάνιωσε πικρά, εξομολογήθηκε και κοινώνησε ως ορθόδοξος)

Όταν, λοιπόν, άρχισε η πολιορκία της Βασιλεύουσας από τους Τούρκους οι δύο πατέρες βρίσκονταν εκτός των τειχών και έτσι πέρασαν στην Μακεδονία. Εκεί ήταν, όταν συνέβη η άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, την αποφράδα Τρίτη 29η Μαΐου 1453, από τους επιδραμόντες από τα βάθη της Ασιατικής Μογγολίας Σελτζούκους Τούρ­κους των οποίων, όμως, οι επιτελικοί αξιωματικοί ήταν Ευρωπαίοι εξωμότες από την Αυστρία, την Ουγγαρία, την Γερμανία, την Γαλλία και από άλλες «πολιτισμένες» και «χριστιανικές» ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες ταυτόχρονα εφοδίασαν τις ορδές των σε ημιάγρια κατάσταση άξεστων και βάρβαρων Τούρκων, με οπλισμό της πλέον σύγχρονης, τότε, τεχνολογίας. Δέον να σημειωθεί ότι οι αμοιβές των εξωμοτών αξιωματικών εκείνων ήσαν μυθικές, καταβάλλονταν δε από τους Τούρκους σε χρυσό προερχόμενο από τις λεηλασίες και την καταλήστευση των ηττημένων από αυτούς λαών. Μαρτυρία περί των ανωτέρω παρέχουν τα ακόμη και σήμερα παραταγμένα, από τους αλαζόνες Τούρκους, εις το προαύλιο του Ναού της του Θεού Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, πυροβόλα επί των οποίων οποιοσδήποτε μπορεί να αναγνώσει τις εκ κατασκευής εγχάρακτες επιγραφές της ταυτότητας του καθενός, δηλ. την χρονολογία κατασκευής, την επωνυμία του εργοστασίου το οποίο τα παρήγα­γε και την χώρα προελεύσεως.

Της καταλήψεως των Χριστιανικών Ελληνικών Βυζαντινών εδαφών από τα στίφη των απολίτιστων και βάρβαρων Τούρκων, επακολούθησαν ανηλεείς σφαγές των αμάχων Χριστιανών κατοίκων, πυρπολήσεις κτιρίων, διαρπαγές περιουσίων, βιασμοί γυναικών ως και τρομερές εν γένει αιματηρές και πάσης άλλης φύσεως βιαιότητες διαπραττόμενες από τους κτη­νώδεις και αιμοδιψείς κατακτητές. Άπαντα δε αυτά τα φοβερά τεκταινόμε­να, εάν δεν υποστηρίζονταν, τουλάχιστον αντιμετωπίζονταν με ιδιάζουσα αδιαφορία και απάθεια από τους «αδελφούς Χριστιανούς» της Δύσεως και με χαρακτηριστική εγκληματική αδιαφορία από τον Πάπα, ο οποίος απολάμβανε εν μέσω χλιδής τον αιρετικό και ακόλαστο βίο του.

Εδώ, τονίζεται μετά βαθύτατης θλίψεως, ότι η ίδια στάση των Ευρωπαίων και του Πάπα επαναλαμβάνεται ακόμη και κατά τον 2Οό αιώνα, όπως αποδεικνύουν τα και επί της εποχής μας διαπραττόμενα εγκλήματα των Τούρκων, όπως η γενοκτονία την οποία εξαπέλυσαν εναντίον των Αρμε­νίων το έτος 1915, των Ελλήνων το 1922, εναντίον των ολίγων εναπομεινάντων ομογενών μας Ελ­λήνων στην Κωνσταντινούπολη το έτος 1955, εναντίον των κατοίκων της Ελ­ληνικής νήσου Κύπρου το έτος 1974, εναντίον του Λαού του Κουρδιστάν με­ταξύ των ετών 1990-1998, καθώς και τα φοβερά εγκλήματα των «πολιτισμένων» Ευρωπαϊκών Κρατών και των Η.Π.Α. εναντίον της ομόδοξου Σερβίας το έτος 2000, τα οποία θα έπρεπε να χαρακτηρισθούν ως εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

Μέσα στη λαίλαπα του πολέμου λοιπόν, την σύγχυση και τα λουτρά αίματος, με τις εκατόμβες των θυμάτων, οι δύο υπό διωγμόν τελούντες πατέρες Ραφαήλ και Νικόλαος, έφθασαν Θεία Χάριτι, στην Αλεξανδρούπολη της Θράκης ως πρόσφυγες. Πρέπει να τονιστεί ότι ο λαός, προκειμένου να διασωθεί από τις σφαγές, την αιχμαλωσία, τις πυρπολήσεις και τα βασανιστήρια των Τούρκων, προσπαθούσε να διαφύγει πανικόβλητος από τα κατακτημένα εδάφη, αναζητώντας καταφύγιο στους εναπομείναντες ελεύθε­ρους τόπους. Κατά συνέπεια, οι δύο πατέρες επιβιβάστηκαν με άλλους προσφύγες σε πλοιάριο που απέπλεε με προορισμό τη νήσο Λέσβο, ελπίζοντας ότι εκεί θα έβρισκαν ασφάλεια.

Τα ήσυχα και δημιουργικά χρόνια στη Λέσβο

Την 14η Μαρτίου 1454, λόγω σφοδρότατης κακοκαιρίας, το πλοιάριο δεν ήταν δυνατό να καταπλεύσει στον λιμένα της Μυτιλήνης, αλλά κατόπιν περιπετειών και κινδύνων προσορμίσθηκε, κατά θεία Πρόνοια, στην φιλόξενη παραλία του χωριού Θερμή της Λέσβου. Εκεί, οι φτωχοί μεν αλλά φιλόξενοι και ευσεβείς κάτοικοι, τους υποδέχθηκαν εγκάρδια. Ο Προεστώς του χωριού Βα­σίλειος και ο Ηπειρώτης Διδάσκαλος Θεόδωρος, οδήγησαν τους πα­τέρες εις την Ιερά Μονή Γενεσίου της Θεοτόκου στις Καρυές, σε απόσταση 14 χιλιομέτρων περίπου από την πόλη της Μυτιλήνης, όπου ήδη ασκήτευε ο Γέροντας πατήρ Ρουβήμ και διέμενε ο Επιστάτης Ακίνδυνος.

Η εν λόγω Ιερά Μονή Γενεσίου της Θεοτόκου κτίστηκε το έτος 801 από την Αυτοκράτειρα ΕΙΡΗΝΗ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑΙΑ, την οποία εξόρισε από τη Βασιλεύουσα ο γιος της, που την διαδέχθηκε στον θρόνο, και έτσι εκείνη κατέληξε στην Αγιάσο της Λέσβου. Ένα έτος μετά (έτος 802) έκτισε και τον Ιερό Ναό της Παναγίας Τρουλλωτής στους Πύργους Λέσβου, κοντά στην θερμή. Η Ειρήνη η Αθηναία, στα τέλη του βίου της μόνασε και τέλος κοιμήθηκε οσιακά στην Ιερά Μονή Γενεσίου της Θεοτόκου, η οποία λειτουργούσε ως γυναικεία.

Την 11η Μαϊου 1235, Μουσουλμάνοι πειρατές επέδραμαν εναντίον της Ιεράς Μονής, την κατέλαβαν, σύλησαν τα εντός αυτής ιερά και όσια, την καταλήστευσαν αρπάζοντας κάθε αντικείμενο αξίας, βίασαν, βασάνισαν και κατέσφαξαν τις Μοναχές, τέλος δε πυρπόλησαν και τα κτίρια της Μονής. Σύμφωνα με την ανά τους αιώνας διασωσμένη εξιστόρηση των συμβάντων, όπως αναφέρεται κατωτέρω χαρακτηριστική είναι η απάνθρωπη θηριωδία, αγριότητα και βαρβαρότητα των Μουσουλμάνων επιδρο­μέων. Οι πειρατές, άλλες Μοναχές κατέσφαξαν, άλλες οδήγησαν στην παραφροσύνη, λόγω των βασάνων στα οποία τις υπέβαλαν. Την ηλικιωμένη και παράλυτη Μοναχή Ευφροσύνη την κρέμασαν από ένα δένδρο και στη συνέχεια την παρέδωσαν ζωντανή εις την πυρά. Της τότε Ηγουμένης Ολυμπίας, της αφαίρεσαν τα ενδύματα και της έκαιγαν την σάρκα με αναμμένες λαμπάδες. Κατόπιν της πέρασαν από τα αυτιά και την σιαγόνα δύο μεγάλα πυρωμένα καρφιά και τέλος της κάρφωσαν το σώμα με 20 μεγάλα καρφιά σε μία σανίδα και την άφησαν να ξεψυχήσει εν μέσω των φλογών της καιγόμενης Μονής.

Αφού παρέμεινε ερειπωμένη και έρημη επί χρονικό διάστημα 200 ετών περίπου, η Μονή αναστηλώθηκε το έτος 1433, από κάποια ευλαβή ευκατάστατη γυναίκα που την έλεγαν Μελπομένη. Η Μελπομένη ήταν σύζυγος του εμποροπλοιάρχου Κωνσταντή Υαλινά με τον οποίο απέκτησε μία κόρη το έτος 1423, την Βασιλική, και το έτος 1425 ένα γιό, τον Ακίνδυνο. Αυτός υπέφερε εκ γενετής από παράλυση του δεξιού του ποδιού. Οι προσευχές και παρα­κλήσεις της Μελπομένης και του πατρός Ρουβήμ, ο οποίος ήδη μόναζε στο κτήμα τους, εισακούσθηκαν και το έτος 1433 η Υπεραγία Θεοτόκος θεράπευσε την παράλυση του μικρού Ακίνδυνου, αφού έπλυναν το πόδι του με νερό από το αγίασμα της εγκαταλελειμένης Ιεράς Μονής. Μετά από αυτό το θαύμα, η Μελπομένη έθεσε τον εαυτό της στην υπηρεσία του Κυρίου μέχρι το θάνατό της το Σεπτέμβριο του έτους 1455. Παράλληλα, εκπλήρωσε το τάμα της, να αναστηλώσει την ερειπωμένη Ιερά Μονή Γενεσίου της Θεοτόκου (στην οποία πλέον ετιμάτο και η Αγία Παρασκευή), όπου ο γιος της μεγαλώνοντας έγινε Επιστάτης, διαμένοντας σε αυτή μαζί με τον πατέρα Ρουβήμ.

Έτσι, όλα ήταν έτοιμα όταν, με την Πρόνοια του Θεού κατέφθασαν στη Λέσβο οι πατέρες Ραφαήλ και Νικόλαος. Εκεί εγκαταστάθηκαν και ο πατήρ Ραφαήλ έγινε Ηγούμενος. Ο Ηγούμενος Ραφαήλ αποτέλεσε το πνευματικό κέντρο ολόκληρου του νησιού. Όλοι μιλούσαν για τον Άγιο Γέροντα των Καρυών. Τα λόγια του μαγνήτιζαν και γαλήνευαν τις καρδιές. Με τις συμβουλές του πολλοί βρήκαν το σωστό δρόμο και τη σωτηρία. Ένας από αυτούς, μάλιστα, έγινε Μοναχός με το όνομα Σταύρος και προστέθηκε στην αδελφότητα του μοναστηριού των Καρυών, ενώ ο γέροντας Μοναχός Ρουβήμ κοιμήθηκε ειρηνικά και ενταφιάστηκε με τιμές από τους πατέρες. Ο Άγιος Ηγούμενος Ραφαήλ έκανε πολύ μεγάλο φιλανθρωπικό έργο και οδήγησε την Ιερά Μονή σε εκ νέου άνθηση. Το έτος 1455, ίδρυσε, δίπλα στη Μονή, μονάδα προληπτικής και θεραπευτικής Ιατρικής, το λεγόμενο «ΠΡΕΒΑΝΤΟΡΙΟΝ», στο οποίο διατελούσε και Ιατρός. Παράλληλα, δημιούργησε γηροκομείο, αλλά και ορφανοτροφείο, στο οποίο σίτιζε 80 ορφανά παιδάκια. Ο ίδιος ο Άγιος σε αποκαλυπτικό ενύπνιο ομολόγησε ότι πρώτα έτρωγαν τα ορφανά του και εάν περίσσευε έτρωγαν και εκείνοι…

Κατά την ήρεμη και δημιουργική περίοδο της ζωής τους οι Άγιοί μας πατέρες γνωρίστηκαν καλά και συνδέθηκαν με δυνατή φιλία με τον Προεστό Βασίλειο και την οικογένειά του, καθώς και με το διδάσκαλο Θεόδωρο. Τη δε Αγία Ειρήνη, κόρη του Προεστού Βασιλείου, τη βάπτισε ο Άγιος Ραφαήλ, κάνοντας μάλιστα προσευχή στον Κύριο να της δώσει πολλά ψυχικά χαρίσματα. Πράγματι, η μικρή Ρηνούλα ήταν μια ευγενική και σεμνή ψυχή και αγαπούσε τόσο πολύ τους πατέρες και το μοναστήρι που ήθελε να είναι συνεχώς μαζί τους. Το πάνσοφο Σχέδιο της Θείας Οικονομίας τους προόριζε να είναι για πάντα μαζί και να εορτάζονται μαζί εις την αιωνιότητα! Το πλήρωμα του χρόνου ερχόταν…

Κατάληψη της Λέσβου και της Ιεράς Μονής των Καρυών

Περί τα τέλη Οκτωβρίου - αρχές Νοεμβρίου του έτους 1461, οι Τούρ­κοι επέδραμαν και κυρίευσαν την νήσο Λέσβο. Τον Απρίλιο του έτους 1462, οι Έλληνες Χριστιανοί κάτοικοι της περιοχής της θερμής, μη ανεχόμενοι την βαρύτατη φορολογία που επιβλήθηκε από τους βάρβαρους κατακτητές, επαναστάτησαν. Κατόπιν αυτού, ο Τούρκος Σουλτάνος Μωάμεθ Β’ εξοργίσθηκε και εξαπέστειλε ένοπλες ορδές με την ρητή εντολή να κα­ταπνίξουν την εξέγερση των Ελλήνων διά πυρός και σιδήρου, πράγμα το οποίο πέτυχαν οι κτηνώδεις βάρβαροι μετά από αγώνα 17 ημερών, αφανίζοντας τους κατοίκους προς παραδειγματισμό.

Την Μεγάλη Πέμπτη, 4ην Απριλίου 1462, ο Επιστάτης της Μονής Ακίνδυνος, έχοντας μεταβεί στην Αγορά του διπλανού προς τη Μονή χωριού για αγορά προμηθειών, πληροφορήθηκε την επικείμενη επιδρομή των Τούρκων κατά της Μονής και έσπευσε αμέσως να πληροφορήσει τον Ηγούμενο πατέρα Ραφαήλ. Αμέσως τότε, ο Ηγούμενος προέβη εις την φύλαξη όλων των Κειμηλίων και Σκευών της Ιεράς Μονής, μέσα σε μυστική κρύπτη, ώστε να μη περιέλθουν στα χέρια των άπιστων βαρβάρων.

Την Μεγάλη Παρασκευή 5ην Απριλίου 1462, οι Τούρκοι κατόπιν υποδείξεως του ανθέλληνα φίλου τους Γερμανοεβραίου Ιατρού Σβάϊτσερ (SWAΪTZER), με αρχηγό τον θηριώδη Αρίφ Αγά, πληροφορήθηκαν ότι ορισμένοι από τους εξεγερθέντες Έλληνες της περιοχής που αντιστέκονταν ακόμη είχαν βρει καταφύγιο στην Μονή. Με την λήξη της Ακολουθίας του Επιταφίου, επέδραμαν εναντίον της Μονής. Κατά την εκδήλωση της επιθέσεως των Τούρκων, ο ηρωικός Ηγούμενος Ρα­φαήλ, υπέδειξε στους επαναστατημένους Έλληνες που βρίσκονταν εκεί κρυφή δίοδο διαφυγής διά της οποίας τους απέστειλε με ρητή εντολή του στο παρακείμενο Όρος Παντέρα, για να διασωθούν. 0ι Τούρκοι, επιτιθέμενοι με ιδιαίτερο μένος κατά της Μονής, την κατέλαβαν χωρίς να τους αντισταθεί κανείς, συνέλαβαν τους πατέρες, καθώς και όσους λαϊκούς βρήκαν εκεί. Στους συλληφθέντες συγκαταλέγονταν ο Ηγούμενος της Μονής πατήρ Ραφαήλ, ο Διάκονος Νικόλαος, ο Προεστός του χωριού Βασίλειος, η σύζυγός του Μαρία, η 12ετής κόρη του Ειρήνη, το ηλικίας 11 μηνών βρέφος Ραφαήλ, ή ορφανή 16ετής ανεψιά του Ελένη, ο Διδάσκαλος του χωριού Θεόδωρος εξ Ηπείρου. Ο Ηγούμενος, με την πεποίθηση ότι ο καλός Ποιμένας ουδέποτε εγκαταλείπει το Ποίμνιο, αλλά θυσιάζεται για χάριν του, παρέμεινε στη Μονή να αντιμετωπίσει τους στυγνούς κακούργους. Επίσης, κατόπιν σταθερής επιμονής τους και με την ελεύθερη τους βούληση, και οι υπόλοιποι που προαναφέρθηκαν παρέμειναν πλησίον του Ηγουμένου αποφασισ­μένοι να του συμπαρασταθούν σθεναρά και να συμμετάσχουν στη θυσία και το μαρτύριο αυτού ως πιστοί εν Χριστώ αδελφοί και ακόλουθοι.

Ο Μοναχός πατήρ Σταύρος καθώς και ο γιος της Μελπομένης και Επιστάτης της Μονής Ακίνδυνος, διέφυγαν την σύλληψη, με προτροπή του Ηγουμένου Ραφαήλ. Θα τελούσαν αργότερα το Ιερό καθήκον του ενταφιασμού των τιμίων Λειψάνων των Μαρτύρων, κατά την πρόβλεψη του ιδίου του Αγίου.

Τα Μαρτύρια των Αγίων

Από τη στιγμή της συλλήψεως του Ηγουμένου Ραφαήλ τη νύκτα της Μεγάλης Παρασκευής, άρχισαν οι ανακρίσεις, με τον πιο άγριο τρόπο. Αφού οι Τούρκοι δεν κατάφεραν να πάρουν με τις ανακρίσεις τις πληροφορίες που ήθελαν, άρχισαν τους βασανισμούς.

Πρώτα, άρπαξαν από την αγκαλιά της μητέρας του το 11 μηνών βρέφος Ραφαήλ, το έριξαν στο έδαφος και το φόνευσαν με χτυπήματα και ποδοπατήματα. Την ίδια τη μητέρα του, Μαρία, την έδεσαν σε ένα δέντρο, επειδή ορμούσε να πάρει το παιδί της, φώναζε και έκλαιγε.

Μετά άρχισαν να βασανίζουν σκληρά την 12ετή Παρθενομάρτυρα ΕΙΡΗΝΗ, κόρη του Προεστού Βασιλείου, μπροστά στους γονείς της, προκειμένου να κάμψουν το ηθικό τους και να τους εκβιάσουν, για να απαρνηθούν την Πίστη τους και να αποκαλύψουν τον τόπο στον οποίο κρυβόντουσαν οι επαναστάτες Έλληνες. Άρχισαν λοιπόν να ρίχνουν βραστό νερό στο στόμα της μικρής Ρηνούλας και μετά απέκοψαν διαδοχικά το ένα της χέρι και το ένα της πόδι, ρίχνοντας τα αιμόφυρτα ακρωτηριασμένα μέλη της μπροστά στους γονείς της, για να κάμψουν την αντίστασή τους. Η μητέρα της, δεν άντεξε στη θέα όλων αυτών και από το σπάραγμα ψυχής έπαθε συγκοπή. Ο πατέρας της όμως, παρά τον τεράστιο ψυχικό του πόνο άντεξε και έμεινε ακλόνητος. Βλέποντας λοιπόν οι βάρβαροι ότι η απόπειρα εκβιασμού απέβηκε ανεπιτυχής και μάταια, την έριξαν σε ένα μεγάλο πιθάρι και την έκαψαν ζωντανή, ολοκληρώνοντας το μαρτύριό της. (Το πιθάρι αυτό βρέθηκε στις ανασκαφές των ημερών μας, με στάχτη μέσα, λίγα καμένα οστά και κάποιες πέτρες. Τα λίγα οστά αυτά έμειναν διότι δεν τα είδαν όταν ενταφίασαν τα υπόλοιπα καμένα υπολείμματα που υπήρχαν στο πιθάρι, ενώ οι πέτρες έπεσαν στο πιθάρι από τους τοίχους της Εκκλησίας, όταν την ανατίναξαν οι Τούρκοι) Την νεαρή ανεψιά του Προεστού, Ελένη, η οποία ήταν 15 χρονών και από ηλικίας τριών ετών είχε μείνει ορφανή, την κακοποιούσαν αλληλοδιαδόχως και κατ’ εξακολούθηση οι Τούρκοι υπάνθρωποι και την χτυπούσαν με βαναυσότητα, έως ότου από το φόβο, τους πόνους και την αιμορραγία παρέδωσε το πνεύμα Της στον Κύριο.

Ο Προεστός Βασίλειος, αφού πρώτα μαρτύρησε ψυχικά βλέποντας το μαρτύριο των παιδιών του, υπέστη και φοβερά σωματικά μαρτύρια. Του έκοψαν τη μύτη, τ’ αφτιά, τα γεννητικά του όργανα και του έβγαλαν τα μάτια. Στο τέλος του έκοψαν την κεφαλή και τον περιέπεξαν. Γι’ αυτό, ο Προεστός Βασίλειος είναι και πρέπει να τιμάται ως Μεγαλομάρτυς.

Έπειτα, άρχισαν να βασανίζουν το δάσκαλο Θεόδωρο επίσης με πολύ σκληρό τρόπο. Του έκοψαν κι’ εκείνου τα γεννητικά όργανα, όπως επίσης και τα χέρια και τέλος του απέκοψαν την κεφαλή, βάζοντάς τη μετά ανάμεσα στα πόδια του.

Τελευταίος μαρτύρησε ο Άγιος Ραφαήλ, γιατί οι θηριώδεις και αιμοδιψείς βασανιστές τον δεν βιάζονταν να τον αποτελειώσουν, νομίζοντας ότι θα αποσπούσαν την ομολογία που επιθυμούσαν. Έτσι, τράβηξε απίστευτα βασανιστήρια. Τον έβριζαν, τον χτυπούσαν με λύσσα και τον απειλούσαν. Σε μια στιγμή εκείνος πετάχτηκε όρθιος, τραβώντας τον σταυρό του από το ράσο του και τον έδειξε με θάρρος λέγοντας: «Εμείς Αυτόν προσκυνούμε και ποτέ δε θα Τον αρνηθούμε!». Τότε όρμησαν με μανία πάνω του, τον γύμνωσαν, τον έδεσαν πισθάγκωνα, και συνεχώς τον χτυπούσαν ανηλεώς με τα κοντάκια των όπλων τους, παραλύοντάς τον. Του κατατρυπούσαν το σώμα σε διάφορα σημεία με λόγχες και τον έσερναν επάνω σε αιχ­μηρές πέτρες τραβώντας τον από την γενειάδα, ώστε όλος ο τόπος είχε βαφτεί κόκκινος από το αίμα του. Έπειτα, εφόσον το αθώο θύμα τους εξακολουθούσε να αντέχει και να υπομένει αγόγγυστα τα μαρτύρια, τον κρέμασαν από τα πόδια με την κεφαλή προς το έδαφος από τα κλαδιά της μεγάλης καρυδιάς που βρισκόταν στο προαύλιο της Μονής. Σε εκείνη την καρυδιά αποκάτω έκαναν οι πατέρες κάθε χρόνο την Ανάσταση. Στη συνέχεια, όταν οι ανάλγητοι και θηριώδεις εγκληματίες (δαιμονόψυχοι κατά τον χαρακτηρισμό του ίδιου του Αγίου) διαπίστωσαν ότι παρ’ όλα τα μαρτύρια στα οποία τον είχαν υποβάλει, ο Ηγούμενος Ραφαήλ δεν απαρνιόταν την Πίστη του και δεν πρόδιδε τους Έλληνες Χριστιανούς επαναστάτες, με οφθαλμούς λαμπυρίζοντες σαν πυρωμένα κόκκινα κάρβουνα και χείλη αφρισμένα από το μίσος και τη μανία τους, τον κάθισαν γονατιστό στο έδαφος και τον αποκεφάλισαν με φρικώδη τρόπο: Πριονίζοντας την κεφαλή του!! Όχι στο λαιμό, αλλά ξεκινώντας από το σημείο του στόματος!! Τη ματωμένη κάτω σιαγόνα που αποκόπηκε την έριξαν καταγής εν μέσω μιας λίμνης αίματος και σε μικρή απόσταση από το υπόλοιπο σώμα. Τη σιαγόνα αυτή δεν τη βρήκαν οι Χριστιανοί όταν ενταφίασαν τον Άγιο, γι’ αυτό και βρέθηκε ξεχωριστά, εκτός του τάφου στις ανασκαφές επί των ημερών μας. Έτσι, ο ήδη πριν μαρτυρήσει Άγιος, έγινε και Μεγαλομάρτυς του Χριστού ένδοξος και παρέδωσε την αγιασμένη ψυχή του στον Κύριο!

Τον Άγιο Νικόλαο, τον έδεσαν κι’ αυτόν πισθάγκωνα, τον κρέμασαν από άλλη μικρότερη καρυδιά ευρισκόμενη και εκείνη στο προαύλιο της Μονής και τον βασάνιζαν νυχθημερόν, χτυπώντας και λογχίζοντάς τον. Όμως, λόγω της ασθενούς κράσεως του οργανισμού του, ο Άγιος Νικόλαος δεν άντεξε για πολύ στα μαρτύρια, τους ανηλεείς δηλαδή ξυλοδαρμούς, αλλά βλέποντας και τον πολυαγαπημένο του Ηγούμενο να τον σέρνουν αιμόφυρτο υπέστη ανακοπή καρδιάς και παρέδωσε κι’ Αυτός το πνεύμα Του στον Κύριο. Κατά δε την αποκαλυπτική μαρτυρία του Αγίου Ραφαήλ, οι ψυχές των δύο Αγίων ανέβηκαν μαζί στον Ουρανό. Μαζί στη ζωή, μαζί και στον θάνατο!!

Ένας ξένος Ιατρός, ο Αλέξανδρος, που αγαπούσε πολύ τον πατέρα Ραφαήλ και έτρεξε να δει τι γίνεται όταν έμαθε πως οι Τούρκοι επέδραμαν στο μοναστήρι, αντικρύζοντας το φοβερό θέαμα της σφαγής του Αγίου Ηγουμένου δια πριονισμού της κεφαλής του, από την φρίκη τρελάθηκε και τράβηξε μαχαίρι να αυτοκτονήσει, παθαίνοντας όμως ανακοπή πριν προλάβει να το μπήξει στην καρδιά του.

Μετά το πέρας των σφαγών και του αποτρόπαιου λουτρού αίματος, οι αιμοσταγείς Τούρκοι, αφού σύλλησαν και λεηλάτησαν όσα Ιερά κειμήλια και αντικείμενα αξίας βρήκαν, παρέδωσαν στις φλόγες την Μονή, ανατινάζοντάς την. Η σφαγή των Μαρτύρων συντελέστηκε τη νύκτα της Δευτέρας της Διακαινισίμου, δεκαπέντε λεπτά της ώρας προ του μεσονυκτίου (εκκλησιαστικώς ήδη θεωρούμενης από το απόγευμα της Δευτέρας ως Τρίτη του Πάσχα), και η καταστροφή της Ι. Μονής λίγο αργότερα, ενώ ξημέρωνε Λαμπροτρίτη 9η Απριλίου 1463.

Μετά τη διάπραξη των προαναφερθέντων βανδαλισμών και την εκτέλεση των περιγραφέντων κακουργημάτων, οι κτηνώδεις ως συνήθως Τούρκοι, ικανοποίησαν προσωρινώς τα θηριώδη ένστικτά τους και απήλθαν για να συνεχίσουν το ίδιο έργο τους αλλού. Πίσω τους άφησαν καπνισμένα ερείπια και πέτρες γεμάτες από τα αίματα των Μαρτύρων, ενώ στο έδαφος κείτονταν εδώ και εκεί τα ακρωτηριασμένα τίμια λείψανα των σφαγιασθέντων Μοναχών και λαϊκών.

Μεταξύ των άλλων ανθρωπόμορφων κτηνών, οι κυριότεροι και αγριότεροι βασανιστές ήταν πέντε ελεεινά άτομα εκ των οποίων δύο Τούρκοι Μουσουλμάνοι, ένας Λαζός, ένας Τσερκέζος και ένας Τουρκαλβανός. Σύντομα, βεβαίως, η Θεία Οργή για το ανοσιούργημα που με κακία επιτέλεσαν έφθασε πάνω τους. Έλληνες επαναστάτες τους έπιασαν και τους σκότωσαν και τους έθαψαν όλους μαζί στον ίδιο λάκο…

Η δραματική σειρά των Μαρτύρων ολοκληρώνεται

Την επομένη νύκτα, μετά την αποχώρηση της τουρκικής ορδής, ο Μοναχός Σταύρος και ο επιστάτης της Μονής Ακίνδυνος, οι οποίοι μέχρι τότε κρύβονταν στην σπηλιά του αποθανόντος Γέροντος Ιωσήφ με τον οποίο μόναζε παλιότερα ο πατέρας Σταύρος, βγήκαν απ’ το κρυσφήγετό τους, και μετέ­βηκαν κρυφά στο παρακείμενο χωριό της Θερμής και παρακάλεσαν τον ηλι­κίας 112 ετών τυφλό Ιερέα του χωριού πατέρα Σάββα, να τους ακολουθήσει μέχρι την ερειπωμένη Ιερά Μονή, προκειμένου να τελέσει την εξόδιο Ακολουθία πριν τον ενταφιασμό των Μαρτύρων.

Και ιδού η πρώτη παρουσία της Θείας Χάριτος και του Αγιασμού: Με την άφιξή του στον τόπο του μαρτυρίου, ο υπέργηρος τυφλός Ιε­ρέας προσευχήθηκε και ικέτευσε τον Κύριο να τον ευλογήσει επιτρέποντας του να αντικρύσει με τα ίδια του τα μάτια τον τόπο και τα λείψανα των Μαρτύρων. Και ω του Θαύματος, έγινε μια εκθαμβωτική λάμψη, ο Ιερεύς ανέβλεψε και είδε το φρικτό θέαμα. Στη συνεχεία, αφού προσευχήθηκε, τέλεσε συγκλονισμένος την νεκρώσιμη Ακολουθία και προέβη εις τον ενταφιασμό των θυμάτων ως εξής: Τα καθαγιασθέντα δια της θυσίας υπέρ Πίστεως και Πατρίδος λείψα­να του Ηγουμένου της Ιεράς Μονής εντός του ερειπωμένου Ιερού Ναού. Του Διακόνου Νικολάου εις το αριστερό προαύλιο του Ιερού Ναού, της δε Παρθενομάρτυρος Ειρήνης και των λοιπών Μαρτύρων σε διάφορα σημεία γύρω από τον Ιερό Ναό, όπου ακριβώς και ανευρέθηκαν μετά από αιώνες, στην εποχή μας, όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου. Μετά τον ενταφιασμό των λειψάνων των Μαρτύρων, ο επιστάτης της Μονής Ακίνδυνος μετά του Μοναχού πατρός Σταύρου, συνόδευσαν τον υπέργηρο Ιερέα κατά την επάνοδό του στο χωριό του, όπου και απεβίωσε μετά από λίγες μέρες.

Αργότερα, ο πατήρ Σταύρος συνελήφθη από ένοπ­λους άνδρες τουρκικής περιπόλου οι οποίοι ήξεραν ότι υπήρχε και άλλος καλόγερος στο μοναστήρι και τον έψαχναν. Τον βασάνισαν με τον πιο άγριο τρόπο και τον αποκεφάλισαν, χωρίς όμως να καταφέρουν να του πάρουν την ομολογία που ζητούσαν. Το τίμιο Λείψανό του έμεινε δυο μέρες άταφο, χωρίς κανείς να τολμήσει να το πλησιάσει, μέχρι που δυο χριστιανοί το πήραν και το ενταφίασαν στην αυλή του κατεστραμμένου μοναστηριού των Καρυών. Πιο μετά, και ο Επιστάτης Ακίνδυνος ανακαλύφθηκε επίσης από τους Τούρκους και μαρτύρησε και εκείνος, μετά από άγριο βασανισμό στο όρος Παντέρα. Τα Ιερά λείψανά του τα ενταφίασαν στο κοιμητήρι του μοναστηριού των Καρυών, κοντά στους τάφους των γονιών του. Έτσι, έκλεισε δραματικά ο κύκλος των σφαγών που συντελέστηκαν στο μαρτυρικό λόφο των Καρυών, ενώ τα ίδια τα γεγονότα, υπό τον φόβο των βάρβαρων και αιμοχαρών κατακτητών παρέμεναν στην αφάνεια και σταδιακά ξεχάστηκαν από τους ντόπιους κατοίκους της Θερμής, και μόνο το έθιμο να τελείται Λειτουργία την Τρίτη του Πάσχα στο Λόφο των Καρυών έμεινε στην παράδοση του τόπου, χωρίς όμως να θυμάται ή να γνωρίζει κανείς το γιατί. Έπρεπε να’ ρθεί η εποχή μας, η ευλογημένη ώρα της εκ Θεού αποκαλύψεως των υπερφυών αυτών Μυστηρίων, για να έλθουν όλα αυτά στο φως και να καταυγάσουν πιστούς και απίστους!!
Κατά την Άγια Γραφή οι άγγελοι στέλνονται από το Θεό με μορφή ορατή (οι άγγελοι είναι αόρατα αγαθά πνεύματα κοντά στο, Θεό) σε σπουδαίες ιστορικές περιστάσεις, που πρόκειται να εκδηλωθεί ή να εκτελεσθεί κάποια μεγάλη θεία θέληση.

Τη σχέση, τώρα, που έχουν οι άγγελοι με το Θεό και τους ανθρώπους, καθώς και την αποστολή τους, βλέπουμε επίσης μέσα στην Αγία Γραφή. Και ιδιαίτερα, στους Ψαλμούς 33, στίχ. 8 και 90, στίχ. 10-12, στη δε Καινή Διαθήκη, Ματθ. ιη' στίχ. 10, καθώς επίσης και στην προς Εβραίους επιστολή, κεφ. α' στίχ. 14, όπου ο συγγραφέας αναφωνεί: «οὐχὶ πάντες εἰσὶ λειτουργικὰ πνεύματα εἰς διακονίαν ἀποστελλόμενα διὰ τοὺς μέλλοντας κληρονομεῖν σωτηρίαν;». Δηλαδή, δεν είναι όλοι οι άγγελοι πνεύματα υπηρετικά, τα όποια ενεργούν όχι από δική τους πρωτοβουλία, αλλά αποστέλλονται από το Θεό για να υπηρετήσουν εκείνους που μέλλουν να κληρονομήσουν την αιώνια ζωή;

Επικεφαλής των αγγελικών δυνάμεων είναι οι αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ. Τον Μιχαήλ συναντάμε στην Παλαιά Διαθήκη. π.χ. όταν ο Αβραάμ μέλλει να θυσιάσει τον Ισαάκ, στον Ιησού του Ναυή, στον Ηλία, στον Λώτ, για να τον σώσει όταν ο Θεός αποφάσισε να καταστρέψει τα Γόμορα, στον Πατριάρχη Ιακώβ, στον μάντη Βαρλαάμ και άλλου. Επίσης ο Μιχαήλ, ήταν αυτός που οδήγησε το λαό του Ισραήλ στη φυγή από την Αίγυπτο. Τον Γαβριήλ συναντάμε στην Καινή Διαθήκη, όπως στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου και άλλου. Στην μνήμη, λοιπόν, των αποστολών και του έργου πού επιτελούν οι άγγελοι, η Εκκλησία μας όρισε τη γιορτή της 8ης Νοεμβρίου.

Τι είναι οι Άγγελοι

Μέσα από την λατρευτική ζωή της εκκλησίας μας, από τις διηγήσεις, αλλά και από μεγάλες εορτές, ζούμε την παρουσία των Αγίων Αγγέλων, πού όμως ο πολύς κόσμος έχει «εξορίσει» στον κόσμο της φαντασίας και του μύθου. Αντίθετα, οι Άγγελοι είναι πραγματικές ουράνιες υπάρξεις πού δημιουργήθηκαν από τον Θεό πριν από τον υλικό κόσμο και τον άνθρωπο, όπως λέει και το Σύμβολο της Πίστεως μας, «Πιστεύω εις έναν Θεό, Πατέρα Παντοκράτορα, ποιητή ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων». Ο αόρατος πνευματικός κόσμος είναι το πρώτο δημιούργημα του Θεού, ο υλικός κόσμος το δεύτερο και τέλος δημιουργήθηκε ο άνθρωπος, πού είναι ύλη και πνεύμα μαζί. Όταν ο Θεός δημιούργησε τον υλικό κόσμο, οι άγγελοι γεμάτοι έκσταση και θαυμασμό μπροστά στο θαύμα της δημιουργίας, δοξολόγησαν με ουράνιους ύμνους τον Δημιουργό (Ιωβ’ λη’ 7). Σαν καθαρές πνευματικές υπάρξεις οι άγγελοι δεν έχουν υλικό σώμα, ούτε ανάγκες, δεν φθείρονται, ούτε πεθαίνουν και, όπως και ο άνθρωπος, κατά τη δημιουργία τους πλάστηκαν με το χάρισμα της ελευθερίας, δηλαδή του αυτεξουσίου, έχοντας την δυνατότητα να διαλέξουν την υπακοή ή την ανυπακοή στον Θεό. Ο τρόπος της δημιουργίας τους δεν έχει αποκαλυφθεί, αλλά γνωρίζουμε, ως προς τη φύση τους, ότι είναι πλασμένοι κατ΄ εικόνα Θεού και ασώματοι. Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός δίνει τον εξής ορισμό· «ο άγγελος είναι φύση νοερή, αεικίνητη, αυτεξούσια, ασώματη. Υπηρετεί τον Θεό και είναι κατά χάριν αθάνατος. Όμως, τα ουσιώδη γνωρίσματα και τη σύσταση της φύσεώς του, μόνον ο Κτίστης τα γνωρίζει. Ονομάζεται βέβαια ασώματος και άϋυλος σε σχέση με μας, γιατί κάθε τι πού συγκρίνεται με τον Θεό, τον μόνον ασύγκριτο, βρίσκεται παχύ και υλικό».

Ο Θεός δεν έπλασε τους αγγέλους από κάποια δική Του ανάγκη, αλλά από άπειρη αγάπη και αγαθότητα, ώστε να μετέχουν της θείας μακαριότητος, βλέποντας συνεχώς το πρόσωπο του Θεού και αυτή είναι κατ΄ εξοχήν η ζωή και η τροφή τους. Η σύσταση και η κατασκευή των αγγέλων είναι αναλλοίωτη, η προαίρεσή τους όμως είναι ελεύθερη και μεταβλητή. Η κατάστασή τους δηλαδή, δεν είναι στατική, αλλά ειναι μία συνεχής ανοδική πορεία για την χωρίς τέλος κατανόηση της δόξας του Θεού. Δεν είναι τέλειες φύσεις, αλλά οδεύουν κι εκείνες προς την τελειότητα. Οι άγγελοι έχουν την δυνατότητα να τελειοποιούνται όλο και περισσότερο συμμετέχοντας στην Χάρη του Αγίου Πνεύματος και από την συμμετοχή τους αυτή απορρέει και ο αγιασμός τους. Είναι δηλαδή άγιοι όχι από τη φύση τους, γιατί τότε θα ταυτίζονταν με το Άγιο Πνεύμα, αλλά από την κοινωνία τους με το φύσει άγιο. Τους δόθηκε δηλαδή εξουσία «να μένουν και να προκόπτουν στο αγαθό, αλλά εάν το θελήσουν, να τρέπονται προς το χειρότερο», όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος. Άλλωστε για τον λόγο αυτό έπεσε ο εωσφόρος από την τάξη των αγγέλων κι έγινε διάβολος. Κατά την πτώση του παρέσυρε κι άλλους αγγέλους πού τον ακολούθησαν, μέχρι πού ο Αρχάγγελος Μιχαήλ έδωσε τη διαταγή «στώμεν καλώς» και από τότε απέκτησαν την αμετακίνητη θέληση προς το καλό. Δεν καταργήθηκε βέβαια το αυτεξούσιό τους, αλλά βλέποντας, θαυμάζοντας και φρίττοντας με την ένανθρώπιση και την σταύρωση του Χριστού, επέλεξαν την υπακοή τους στον Θεό.

Οι άγγελοι ειναι λογικές υπάρξεις και η γνωστική τους ικανότητα υπερβαίνει αυτή των ανθρώπων, αλλά οπωσδήποτε δεν αγγίζουν καν την παντογνωσία και την σοφία του Θεού. Δεν προγνωρίζουν τα μέλλοντα, ούτε τί κρύβει η καρδιά του κάθε ανθρώπου, αλλά οπωσδήποτε γνωρίζουν περισσότερα από εμάς, όσον αφορά το θέλημα του Θεού, τα έργα Του, τη δημιουργία, τον κόσμο και τους ανθρώπους.

Επίσης οι άγγελοι είναι κατά χάριν αθάνατοι και δεν έχουν φύλο, γιατί η φύση τους είναι πνευματική. Είναι ταχύτατοι στις κινήσεις, αλλά όχι πανταχού παρόντες, όπως ο Θεός. Δεν περιορίζονται και δεν εμποδίζονται όπως τα υλικά σώματα σε συγκεκριμένο χώρο, ούτε παύουν ποτέ να υμνολογούν τον Θεό, αλλά δεν βρίσκονται ταυτόχρονα στον ουρανό και στη γη, όπως συμβαίνει μόνον με τον Τριαδικό Θεό πού βρίσκεται παντού. Ο αριθμός τους είναι μεγάλος και ανυπολόγιστος, διακρίνονται σε 9 τάγματα, γιατί το 10ο του εωσφόρου έπεσε και έμειναν τα υπόλοιπα. Κάθε τάγμα έχει δική του διακονία και δικό του όνομα πού αναφέρονται όλα στην Αγία Γραφή. Έχουμε λοιπόν τους Αγγέλους, τους Αρχαγγέλους, τις Αρχές, τις Δυνάμεις, τις Κυριότητες, τις Εξουσίες, τους Θρόνους, τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ. Η Αγία Γραφή αναφέρει επίσης και τα ονόματα τριών Αγγέλων: α) του Γαβριήλ, πού σημαίνει «ήρωας του Θεού», ο οποίος έφερε τα μηνύματα στο Ζαχαρία για τη γέννηση του Προδρόμου και στην Θεοτόκο για τη Γέννηση του Χριστού, αλλά και για την Κοίμησή της β) του Μιχαήλ, πού το όνομά του σημαίνει «τίς ως ο Θεός ημών;» και αναφέρεται πολλές φορές στην Παλαιά Διαθήκη και γ) ο Ραφαήλ πού αναφέρεται στην ιστορία του Τωβίτ και πού μεταφέρει τις προσευχές των Αγίων από τη γη στον Ουρανό. Η εβραϊκή παράδοση αναφέρει και τέταρτο άγγελο, τον Ουριήλ.

Κύριο έργο των αγγέλων ειναι η ακατάπαυστη δοξολογία του Θεού, η διακονία τους στα γεγονότα της θείας οικονομίας και η φροντίδα για τη σωτηρία των ανθρώπων γι΄ αυτό και κάθε χριστιανός έχει τον προσωπικό του φύλακα αγγελο. Όλοι μας, από την ώρα πού βαπτιστήκαμε, έχουμε δίπλα μας τον άγγελό μας, ο οποίος μας βοηθα σε κάθε βημα της ζωής μας και μας προστατεύει, συμπάσχει μαζί μας και μας καθοδηγεί στην πνευματική μας ζωή. Όταν η ψυχή μας αναχωρήσει από το σώμα μας, ο φύλακας άγγελός μας είναι αυτός πού την συνοδεύει μέχρι τον θρόνο του Θεού. Βέβαια αυτό συμβαίνει σε όσους πιστεύουν, αγαπούν και τιμούν τους αγγέλους του Θεού και τους επικαλούνται, ζητώντας την προστασία και την μεσιτεία τους. Όπως λέμε και στο απόδειπνο, στην τελευταία προσευχή καθώς τελειώνει η ημέρα, άγιε Άγγελε, ο εφεστώς της αθλίας μου ψυχής και ταλαιπώρου μου ζωης, μη εγκαταλίπης με τον αμαρτωλό…». Ιδιαίτερα οι μοναχοί αγαπούμε και τιμούμε τους αγγέλους και προσπαθούμε με την αδιάλειπτη προσευχή να τους μοιάσουμε, και να γίνουμε ισάγγελοι, αναπληρώνοντας έτσι το εκπεσόν τάγμα. Η μοναχική ζωή χαρακτηρίζεται αγγελική και η τελετή της κουράς μας, Ακολουθία του Μεγάλου και Αγγελικού Σχήματος. Από τον 5ο κιόλας αιώνα, ορίστηκαν από την Εκκλησία μας, οι γιορτές των Αγίων Αγγέλων, και μέχρι σήμερα, στις 8 Νοεμβρίου εορτάζεται η Σύναξις των Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ και των λοιπών αγίων ασωμάτων και ουρανίων ταγμάτων. Καθ΄ όλη τη διάρκεια επίσης της Θείας Λειτουργίας, στις ευχές και στους ύμνους της, γίνεται αναφορά στους Αγίους Αγγέλους, καθώς ο ιερέας στην μικρή είσοδο καλεί αγγέλους για να συλλειτουργήσουν μαζί του, κατόπιν ψάλλουμε τον τρισάγιο ύμνο, την ώρα του Χερουβικού υποδεχόμαστε τον Βασιλέα των όλων «ταις αγγελικαίς αοράτως δορυφορούμενον τάξεσιν» και μετά την μεγάλη είσοδο ζητάμε άγγελον ειρήνης πιστόν οδηγόν, φύλακα των ψυχών και των σωμάτων ημών» και πριν από τον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων ψάλλουμε θριαμβευτικά τον αγγελικό ύμνο «Άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ» και στην απόλυση επικαλούμαστε την προστασία «των τιμίων επουρανίων δυνάμεων ασωμάτων».

Είναι πλείστες όσες οι μαρτυρίες των εμφανίσεων πού κατά καιρούς έκαναν και κάνουν οι άγιοι άγγελοι σε όσους κατά θεία οικονομία μπορούν να τους δουν. Κι εμείς, ιδιαίτερα στη δύσκολη εποχή πού ζούμε, εποχή υλισμού και ευδαιμονισμού, ας αγαπήσουμε τον άγγελό μας, ας προσπαθήσουμε να μιμηθούμε την αγία ζωή του, δηλαδή να δοξολογούμε και να υμνούμε ακατάπαυστα τον Θεό μας, γενόμενοι με την βοήθειά Του φως για τους άλλους ανθρώπους με την ισάγγελη πολιτεία μας.

πηγή: Περιοδικό «Μοναχική Έκφραση», τ. 14, Μάϊος-Ιούνιος 2006, Έκδοσις Ιεράς Μονής Αγίου Νεκταρίου, Τρίκορφο Φωκίδος



Οι φωτεινοί άγγελοι. Κάτοικοι των «αιώνων»

Οι θεόπτες, μετέχοντας της φωτιστικής και θεοποιού ενεργείας του Θεού, βλέπουν τους αγγέλους και τους κεκοιμημένους Αγίους μέσα στην δόξα του Θεού και διακρίνουν μια άλλη διάσταση χρόνου.

Αυτό, το υψηλότερο επίπεδο του χρόνου, το αποκάλεσαν «αιώνα» και το διέκριναν από τον αισθητό χρόνο της δημιουργίας που ζούσαν, πριν από την θεοπτική εμπειρία, αλλά και από το απρόσιτο Φως, στο οποίο κατοικεί ο Θεός και το οποίο αποκάλεσαν «αΐδιον». Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέγει ότι αιώνας είναι ο χρόνος που θα σταματήση να κινήται, και χρόνος είναι ο αιώνας που μετράται κινούμενος. Πάντως, ο αιώνας είναι άλλο επίπεδο του χρόνου, και διακρίνεται από το αΐδιο, το οποίο αποδίδεται στον Θεό.

Μέσα στους αιώνες ζουν και οι άγγελοι, τα νοερά πνεύματα που δημιουργήθηκαν από τον Θεό, γι’ αυτό και οι άγγελοι καλούνται και αυτοί αιώνες. Είναι χαρακτηριστικό το χωρίο του Αποστόλου Παύλου: «επ’ έσχατων των ημερών τούτων ελάλησεν ημίν εν υιώ, ον έθηκε κληρονόμον πάντων, δι’ ου και τους αιώνας εποίησεν» (Εβραίους Α’, 2).

«Εις τους αιώνες είναι και ο χρόνος των αγγέλων, που δεν είναι περιορισμένος ο Άγγελος από την ύλη. Οπότε, κινείται μέσα σε χρονικά διαστήματα, τα οποία δεν ομοιάζουν με τα δικά μας».

«Ο άνθρωπος κάτι ολίγον συλλαμβάνει από τον χρόνον. Από τον αιώνα τίποτε περίπου, εκτός αν φθάνη στην θέωση και έχη διορατικότητα και ο ίδιος βλέπη έναν Άγγελο, οπότε έχει μια εμπειρία του Αγγέλου».

Εφ’ όσον οι άγγελοι είναι δημιουργήματα του Θεού και ήλθαν εκ του μη όντος στο είναι, σημαίνει ότι έχουν αρχή και είναι κτιστοί. Παράλληλα, στην Παλαιά Διαθήκη γίνεται λόγος για τον άκτιστο Άγγελο, τον Μεγάλης Βουλής Άγγελο, που είναι ο Λόγος, και για τους κτιστούς αγγέλους, τα δημιουργήματα του Θεού.

«Και υπάρχει ένας ερμηνευτικός κανόνας, που τον εκφράζει ο Μέγας Βασίλειος σαφέστατα, όπου ο Άγγελος στην Παλαιά Διαθήκη λέγεται Θεός -διότι υπάρχουν άγγελοι και άγγελοι, υπάρχουν και κτιστοί άγγελοι. Όπου ο Άγγελος που εμφανίζεται στους Προφήτες λέγεται Θεός, αυτός είναι ο Χριστός».

Ο Απόστολος Παύλος παρουσιάζει την διαφορά μεταξύ άκτιστου Λόγου και κτιστών αγγέλων:

«Τίνι γαρ ειπέ ποτέ των άγγέλων Υιός μου ει συ, εγώ σήμερον γεγέννηκά σε, και πάλιν εγώ έσομαι αυτώ εις πατέρα, και αυτός έσται μοι εις υιόν, όταν δε πάλιν εισαγάγη τον πρωτότοκον εις την Οικουμένην, λέγει· και προσκυνησάτωσαν αυτώ πάντες άγγελοι Θεού, και προς μεν τους αγγέλους λέγει ο ποιων τους αγγέλους αυτού πνεύματα, και τους λειτουργούς αυτού πυρός φλόγα· προς δε τον υιόν ο θρόνος σου, ο Θεός, εις τον αιώνα του αιώνος· ράβδος ευθύτητος, η ράβδος της βασιλείας σου· ηγάπησας δικαιοσύνην και εμίσησας ανομίαν δια τούτο έχρισέ σε ο Θεός, ο Θεός σου έλαιον αγαλλιάσσεως παρά τους μετόχους σου» (Εβραίους Α’, 5-9).

Ο Λόγος του Θεού κάθεται εκ δεξιών του Πατρός, ενώ οι άγγελοι είναι λειτουργικά και διακονικά πνεύματα: «προς τίνα δε των αγγέλων ειρηκέ ποτέ· κάθου εκ δεξιών μου έως αν θω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου; ουχί πάντες εισί λειτουργικά πνεύματα εις διακονίαν αποστελλόμενα δια τους μέλλοντας κληρονομείν σωτηρίαν;» (Εβραίους Α’, 13-14).

Ως δημιουργήματα του Θεού οι άγγελοι είναι υλικοί, αλλά έχουν λεπτότερη ύλη από την δική μας. Γι’ αυτό δεν λέγονται άϋλα όντα, γιατί άϋλος-Πνεϋμα είναι ο Θεός, αλλά χαρακτηρίζονται «αιθέρια όντα».

«Οι Πατέρες της Εκκλησίας λένε ότι όχι μόνο η ψυχή είναι σώμα -υλική η ψυχή- αλλά και οι άγγελοι. Θυμάστε εκείνο το περίφημο χωρίο του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, που λέει ότι εν συγκρίσει με τα ορατά οι άγγελοι είναι ασώματοι; Γιατί λέμε ασωμάτους τους αγγέλους; διότι είναι αόρατοι, δηλαδή· εν συγκρίσει με τον Θεό είναι παχειά ύλη.

Λοιπόν, δεν δέχονται οι Πατέρες ότι υπάρχουν άϋλα πράγματα· ο μόνος άυλος και φύσει αθάνατος είναι ο Θεός· ούτε οι άγγελοι ούτε η ψυχή».

Η κτιστότητα συνδέεται με την ύλη και το θνητό. Μόνος κατά φύση άκτιστος, άυλος και αθάνατος είναι ο Θεός, ενώ οι άνθρωποι και οι άγγελοι είναι κατά φύση κτιστοί, υλικοί και θνητοί.

«Οι Πατέρες εξηγούν ότι φύσει αθάνατος είναι μόνον ο Θεός, και ο άνθρωπος και οι άγγελοι δεν είναι φύσει αθάνατοι.

Οπότε, στους Πατέρες της Εκκλησίας υπάρχει η διδασκαλία ότι οι άγγελοι είναι υλικά όντα τουλάχιστον συγκρινόμενοι με τον Θεό, δεν είναι καθαρά άϋλα πνεύματα. Και αυτό βέβαια βασίζεται στην πατερική διάκριση μεταξύ κτιστού και ακτίστου. Το μόνο φύσει αθάνατον είναι το άκτιστο, ο ίδιος ο Θεός που είναι άκτιστος».

Έτσι, οι άγγελοι και οι ψυχές των ανθρώπων είναι «φύσει θνητοί αλλά χάριτι αθάνατοι. Γιατί κάθε τι που έχει αρχή έχει και τέλος. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάποτε οι άγγελοι και οι άνθρωποι θα παύσουν να υπάρχουν, αφού ο Θεός θέλησε να παραμένουν αθάνατοι. Ακόμη, οι άγγελοι λέγονται «νόες», γιατί έχουν νοερά ενέργεια, όχι όμως λογική. Ο άνθρωπος έχει και νοερά και λογική ενέργεια, ενώ οι άγγελοι μόνον νοερά ενέργεια. Ο άνθρωπος είναι η περίληψη της δημιουργίας και το τελειότερο δημιούργημα του Θεού, και γι’ αυτό ο Λόγος του Θεού προκειμένου να σώση τον άνθρωπο και να αγιάση την κτίση, προσέλαβε την ανθρώπινη φύση και όχι την αγγελική.

«Εκτός από την λογική ενέργεια οι Πατέρες μιλούν για μια νοερά ενέργεια. Και έκαναν σαφή διάκριση και λένε ότι οι άγγελοι μεν είναι νόες, ενώ οι άνθρωποι έχουν λόγους. Ο άνθρωπος έχει λόγο και οι άγγελοι έχουν νόες. Οπότε, άλλο είναι η νοερά ενέργεια, άλλο είναι η λογική ενέργεια. Γίνεται αυτή η συνεχής διαφοροποίηση στους Πατέρες της Εκκλησίας.

Αν θέλετε να δήτε, έτσι από κοντά, το θέμα αυτό, θα πρέπει να διαβάζετε τον Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη, ο οποίος, όταν μιλάη για τους ανθρώπους, κάθε φορά που λέει «λόγο», λέει και «νου» και κάθε φορά που λέει «νου» λέει και «λόγο». Βλέπει κανείς λόγο και νου να συμβαδίζουν, όταν μιλάη για τον άνθρωπο. Όταν μιλάη για τους αγγέλους, τους ονομάζει συνήθως νόες. Αυτοί είναι οι νόες, νοερές δυνάμεις κ.ο.κ. Εμείς είμαστε λογικά όντα, αλλά είμεθα και νοερά όντα, γιατί έχουμε και τα δύο εμείς, ενώ οι άγγελοι είναι μονοκόμματοι νόες».

Έπειτα, βασική αρχή της πατερικής διδασκαλίας είναι ότι δεν υπάρχουν αμετάβλητα όντα, γι’ αυτό όλα τα όντα βρίσκονται σε μια κίνηση. Ούτε στην άλλη ζωή θα υπάρξη στασιμότητα.

«Ο άγιος Διονύσιος πιστεύει στην αιώνια κίνηση, ότι η τελειότητα είναι η αιώνια κίνηση. Την στασιμότητα την αποβάλλει. Πιστεύει στην τελειότητα, που ακόμα και τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ και οι Κυριότητες και όλοι οι άγγελοι, πάντα από δόξα σε δόξα και διαρκώς ευρίσκονται σε διαρκή ανοδική πορεία, παρά το γεγονός ότι είναι Θεούμενοι και βλέπουν την δόξα του Θεού, ενώ για την πλατωνική παράδοση η τελείωση είναι η ακινησία και το αμετάβλητο.

Οπότε, έχουμε το αμετάβλητο στους Έλληνες φιλοσόφους, ως το τέλος της ανθρωπίνης τελειότητος. Ενώ, στον κατ’ εξοχήν Ελληνίζοντα, δήθεν, φιλόσοφο Πατέρα της Εκκλησίας έχουμε την αεικινησία, ως το θεμέλιο της Θεώσεως».

Ακόμη και οι άγγελοι, παρά την συνεχή κίνηση, ποτέ δεν μπορούν να φθάσουν στην γνώση της ουσίας του Θεού, ποτέ δεν μπορούν να γίνουν άκτιστοι. Την ουσία του Θεού «ούτε οι άγγελοι γνωρίζουν».

*Σε προηγούμενη αναφορά εκτέθηκε η πατερική διδασκαλία για την διαφορά μεταξύ χρόνου, αιώνος και αϊδίου. Και αυτή η διδασκαλία είναι εμπειρική, καρπός της αποκαλυπτικής θεωρίας που έχουν οι Θεούμενοι Άγιοι.

Πηγή: «Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις του π. Ι. Ρωμανίδη» Τόμος Β΄. Τού σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου (ΟΟΔΕ).
«....Καὶ εἰς τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον, τὸ κύριον καὶ ζωοποιόν, τὸ ἐκ τοῦ πατρὸς ἐκπορευόμενον, τὸ σὺν πατρὶ καὶ υἱῷ συμπροσκυνούμενον καὶ συνδοξαζόμενον, τὸ λαλῆσαν διὰ τῶν προφητῶν....»

Την Δευτέρα μετά την Πεντηκοστή, η Εκκλησία μας εορτάζει το Άγιο Πνεύμα. Το Άγιο Πνεύμα είναι το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, το οποίο εκπορεύεται εκ του Πατρός. Είναι ομοούσιο με τα πρόσωπα του Πατρός και του Υιού και κατά το Σύμβολο της Πίστεως «συνπροσκυνείται και συνδοξάζεται» με τον Πατέρα και με τον Υιό, ίσο κατά τη λατρεία και την τιμή.

Τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος

Μεγάλα είναι και ξεπερνούν την ανθρώπινη λογική τα χαρίσματα που μάς δώρισε σήμερα ο φιλάνθρωπος Θεός. Γι’ αυτό ας χαρούμε όλοι μαζί και σκιρτώντας από αγαλλίαση ας ανυμνήσουμε τον Κύριό μας. Γιατί η σημερινή ημέρα είναι για μάς εορτή και πανηγύρι.Όπως δηλαδή διαδέχονται η μια την άλλη οι εποχές και οι κινήσεις του ήλιου, έτσι ακριβώς και στην Εκκλησία η μία εορτή διαδέχεται την άλλη και με τον τρόπο αυτό απ’ τη μια πηγαίνουμε στην άλλη. Πριν από λίγο καιρό εορτάσαμε τον σταυρό, το πάθος και την Ανάσταση, και ύστερα από αυτά την Ανάληψη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού στους ουρανούς. Σήμερα φθάσαμε στην κορυφή των αγαθών, σ’ αυτήν την κορωνίδα των εορτών, βρισκόμαστε πια στην πραγματοποίηση των επαγγελιών του Κυρίου. «Γιατί αν φύγω –λέει- θα σάς στείλω άλλον Παράκλητο, και δεν θα σάς αφήσω ορφανούς». (Ιωάν. 16,6). Βλέπετε το πατρικό Του ενδιαφέρον; Βλέπετε την ανέκφραστη φιλανθρωπία Του; Πριν λίγες ημέρες ανελήφθη στον ουρανό, κάθισε στον βασιλικό θρόνο, στα δεξιά του Πατρός, και σήμερα μάς στέλνει ως δώρο τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος και μ’ αυτόν τον τρόπο μάς χορηγεί άπειρα ουράνια αγαθά. Γιατί, πες μου, ποιο από τα αγαθά που συμβάλλουν στη σωτηρία μας δεν μάς δόθηκε από το Άγιο Πνεύμα;

Με τη χάρη Του απαλλασσόμαστε απ’ τη δουλεία του διαβόλου, καλούμαστε στην ελευθερία του Χριστού, οδηγούμαστε στην ουράνια υιοθεσία, αναγεννιόμαστε απ’ την αρχή και ξεφορτωνόμαστε το βαρύ και δυσβάστακτο φορτίο των αμαρτιών μας. Με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος βλέπουμε να υπάρχουν τόσοι ιερείς κι έχουμε τάγματα διδασκάλων της Εκκλησίας. Απ’ την πηγή αυτή πήγασαν πλούτη προφητειών και χαρίσματα ιάσεων και όλα τα άλλα που συνήθως στολίζουν την Εκκλησία του Θεού από το Άγιο Πνεύμα προέρχονται. Και φωνάζει ο Παύλος και λέει: «Για όλα αυτά τα χαρίσματα ενεργεί το ένα και μοναδικό Πνεύμα, που τα μοιράζει όπως θέλει στον καθένα χωριστά» (Α’ Κορ. 12,11).

«Όπως θέλει», λέει, όχι όπως έχει διαταχθεί. «Μοιράζει», και δεν μοιράζεται. Έχει εξουσία, και δεν εξουσιάζεται. Γιατί ο Παύλος λέει πως έχει και το Άγιο Πνεύμα την ίδια εξουσία, που έχει και ο Πατήρ. Κι όπως είπε για τον Πατέρα «ο Θεός είναι εκείνος που ενεργεί παντού και πάντα» (Α’ Κορ. 12,6), έτσι λέει και για το Άγιο Πνεύμα «για όλα αυτά τα χαρίσματα ενεργεί το ένα και μοναδικό Πνεύμα, που τα μοιράζει όπως θέλει στον καθένα χωριστά». Είδες τέλεια εξουσία που έχει; Γιατί όσα πρόσωπα έχουν την ίδια φύση και ουσία είναι φανερό ότι έχουν και την ίδια εξουσία, και όσα έχουν την ίδια αξία, σ’ αυτά μία είναι η δύναμη και η εξουσία.

Χάρη στη δύναμη του Αγίου Πνεύματος απαλλαχτήκαμε από τις αμαρτίες, μ’ αυτήν ξεπλύναμε την ψυχή μας από κάθε ρύπο. Με τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος, ενώ ήμασταν άνθρωποι, γίναμε άγγελοι, όσοι βέβαια θελήσαμε να μάς βοηθήσει η χάρη Του, χωρίς να αλλάξει η φύση μας, αλλά, κι αυτό είναι το πιο αξιοθαύμαστο, διατηρήσαμε την ανθρώπινη φύση μας και μ’ αυτή επιδείξαμε αγγελική συμπεριφορά. Τόσο μεγάλη είναι λοιπόν η δύναμη του Αγίου Πνεύματος! Και όπως η πραγματική φωτιά όταν δεχτεί τον μαλακό πηλό τον καθιστά σκληρό κεραμίδι, έτσι ακριβώς και η φωτιά του Αγίου Πνεύματος, όταν δεχτεί μια ψυχή συνετή, ακόμη κι αν τη βρει πιο μαλακή κι απ’ τον πηλό, την κάνει πιο γερή κι απ’ το σίδερο. Και κάνει ξαφνικά πιο καθαρό απ’ τον ήλιο εκείνον που έως τώρα ήταν μολυσμένος απ’ την ακαθαρσία των αμαρτιών.[...]

«Με τη δύναμη του ονόματος του Κυρίου Ιησού Χριστού», λέει, «και με τη χάρη του Πνεύματος του Θεού μας». Είδες, αγαπητέ, τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος; Είδες ότι το Άγιο Πνεύμα, εξαφάνισε όλες αυτές τις κακίες, και ότι εκείνους που ήταν προηγουμένως υποδουλωμένοι στις αμαρτίες τους, τους ανέβασε ξαφνικά σε τόσο υψηλές τιμές;

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Κατά τη διήγηση των Ευαγγελιστών, ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός πήρε από τους μαθητές τον Πέτρο, τον Ιωάννη και τον Ιάκωβο και ανέβηκε στό όρος Θαβώρ για να προσευχηθεί. Όπως σημειώνει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Eπήρε δε τρεις μόνους Aποστόλους, ως προκρίτους και υπερέχοντας. O μεν γαρ Πέτρος επροκρίθη, επειδή ηγάπα πολλά τον Xριστόν. O δε Iωάννης, επειδή ηγαπάτο από τον Xριστόν. O δε Iάκωβος, επειδή εδύνετο να πίη το ποτήριον του θανάτου, το οποίον και ο Kύριος έπιεν».

Οι τρεις μαθητές Του, όπως ήταν κουρασμένοι από τη δύσκολη ανάβαση στο Θαβώρ και ενώ κάθισαν να ξεκουραστούν, έπεσαν σε βαθύ ύπνο. Όταν, ξύπνησαν, αντίκρισαν απροσδόκητο και εξαίσιο θέαμα. Το πρόσωπο του Κυρίου άστραφτε σαν τον ήλιο, και τα φορέματα Του ήταν λευκά σαν το φως. Τον περιστοίχιζαν δε και συνομιλούσαν μαζί Του δυο άνδρες, ο Μωϋσής και ο Ηλίας. Γράφει χαρακτηριστικά ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Έφερε δε εις το μέσον τους τον Mωυσήν και τον Ηλίαν, διά να διορθώση τας σφαλεράς υποψίας, οπού είχον οι πολλοί περί αυτού. Kαθότι, άλλοι μεν έλεγον τον Kύριον, πως είναι ο Ηλίας. Άλλοι δε, πως είναι ο Iερεμίας. Διά τούτο λοιπόν επαράστησεν εις το Θαβώρ τους πρώτους και κορυφαίους Προφήτας, διά να γνωρίσουν οι μαθηταί, και διά των μαθητών όλοι οι άνθρωποι, πόση διαφορά είναι αναμεταξύ του Xριστού, και των Προφητών. O μεν γαρ Xριστός, είναι Δεσπότης. Oι δε Προφήται, είναι δούλοι. Kαι ίνα μάθουν, ότι ο Kύριος έχει την εξουσίαν του θανάτου και της ζωής. Διά τούτο, από μεν τους αποθαμένους, έφερε τον Mωυσήν. Aπό δε τους ζωντανούς, έφερε τον Ηλίαν».

Αφού οι μαθητές συνήλθαν κάπως από την έκπληξη, ο πάντα ενθουσιώδης, Πέτρος, θέλοντας να διατηρηθεί αυτή η αγία μέθη που προκαλούσε η ακτινοβολία του Κυρίου, ικετευτικά είπε να στήσουν τρεις σκηνές. Μια για τον Κύριο, μια για το Μωϋσή και μια για τον Ηλία. Πριν προλάβει, όμως, να τελειώσει τη φράση του, ήλθε σύννεφο που τους σκέπασε και μέσα απ' αυτό ακούστηκε φωνή που έλεγε: «Οὗτος ἐστὶν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός· αὐτοῦ ἀκούετε» (Λουκά, θ' 28-36). Δηλαδή, Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, που τον έστειλα για να σωθεί ο κόσμος. Αυτόν να ακούτε.

Οφείλουμε, λοιπόν, και εμείς όχι μόνο να Τον ακούμε, αλλά και να Τον υπακούμε. Σε οποιοδήποτε δρόμο μας φέρει, είμαστε υποχρεωμένοι να πειθαρχούμε.

Έθιμα της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος

Η Μεταμόρφωση του Σωτήρος, ως σπουδαία δεσποτική εορτή, αποτελεί εξαίρεση εθιμικά καθιερωμένης ιχθυοφαγίας, μέσα στην σύντομη αλλά αυστηρή νηστεία του Δεκαπενταύγουστου.

Σε πολλούς τόπους πιστεύουν ότι την παραμονή το βράδυ, κάποια ώρα, ανοίγουν ξαφνικά οι ουρανοί και φαίνεται το «άγιο φως», σε όσους είχαν την υπομονή και την πίστη να ξαγρυπνήσουν. Ανήμερα δε, προσφέρουν στους ναούς τα πρώτα σταφύλια της χρονιάς, για να ευλογηθούν από τον ιερέα μετά την θεία λειτουργία, και να διανεμηθούν ως ευλογία στους πιστούς. Σε ορισμένους μάλιστα τόπους προσφέρουν στον ναό το πρώτο λάδι της χρονιάς, για να ευλογηθεί, ώστε η ευλογία να επεκταθεί και στην υπόλοιπη παραγωγή.

Πρόκειται για το αρχαίο έθιμο των απαρχών, της προσφοράς δηλαδή των πρώτων καρπών στον Θεό, μια μορφή αναίμακτης τελετουργικής θυσιαστικής προσφοράς, που πέρασε και στον χριστιανισμό. Ο λαϊκός άνθρωπος, προσκομίζοντας για ευλογία τις απαρχές των καρπών και των γεννημάτων του, αναθέτει ουσιαστικά την ελπίδα της επιβίωσής του στον Θεό, από τον οποίο ζητά ευλαβικά να συνεργήσει, για να επιτύχει η σοδειά, από την οποία εξαρτάται και η επιβίωση ολόκληρης της παραδοσιακής κοινότητας.

Ήδη στους Αποστολικούς Κανόνες επιτρέπεται η προσαγωγή στον ναό σταφυλιών, όχι όμως και άλλων οπωρικών, ενώ ο Θεόδωρος Βαλσαμών, ερμηνεύοντας τον Δ΄ Κανόνα των Αγίων Αποστόλων, ερμηνεύει την εξαίρεση αυτή των σταφυλιών από το ότι το κρασί, που προέρχεται από αυτά, χρησιμοποιείται για την παρασκευή της θείας κοινωνίας.

Έτσι, τα ευλογημένα σταφύλια μοιράζονται και τρώγονται μαζί με το αντίδωρο στην Λέσβο, ενώ στον Μοσχοπόταμο της Πιερίας άφηναν το πρώτο τσαμπί του τρύγου σε κάποιο εικόνισμα του ναού, για να πάει καλά η σοδειά. Δεν πρέπει εξ άλλου να ξεχνούμε ότι στην Μεταμόρφωση του Σωτήρος είναι αφιερωμένοι οι ναοί των μεγαλύτερων και επιβλητικότερων ελληνικών φρουρίων, γεγονός που δείχνει την σημασία, θρησκευτική και εθνικά αναγεννητική, που ο λαός μας ανέκαθεν έδινε στην μεγάλη αυτή εορτή. Και φυσικά, ως σπουδαία εορτή είναι και εθιμικά καθιερωμένη αργία, η παραβίαση της οποίας, από κάποιους ασεβείς και φιλάργυρους, επέφερε την άμεση θεϊκή τιμωρία, σύμφωνα με τις παραδόσεις του ελληνικού λαού, για παραδειγματισμό και των υπολοίπων.

ΕΙΚΟΝΟΣΤΑΣΙΑ

ΕΙΚΟΝΟΣΤΑΣΙΟ ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΗΣ & ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΗΣ

anna-paraskeuh-picsanna-paraskeuh-pics-alt
 

ΕΙΚΟΝΟΣΤΑΣΙΟ ΟΣΙΑΣ ΜΑΡΙΑΣ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΙΑΣ